Ο συγγραφέας πρέπει να είναι επίκαιρος με την εποχή που ζει, να αφουγκράζεται τις ανασαιμιές του ανθρώπου και της κοινωνίας να γράφει γι' αυτές
Ο Χρήστος Σαμπανίδης γεννήθηκε το 1964 στο Μόντρεαλ του Καναδά από Έλληνες μετανάστες. Το 1966 επέστρεψε στην Ελλάδα, στη Σπάρτη όπου και μεγάλωσε. Σπούδασε στη Ρουμανία, στη Σχολή Φυσικής Αγωγής του Βουκουρεστίου. Από το 1989 ζει μόνιμα στην Κρήτη και εργάζεται ως καθηγητής Φυσικής Αγωγής σε σχολεία της περιοχής του Ηρακλείου. Έχει εκδώσει το μυθιστόρημα "Γλυκειά μου θλίψη", Ηράκλειο 2009 και τη συλλογή διηγημάτων "Ο καθρέπτης", Ηράκλειο 2012.
ΕΡ. Από πότε ξεκινήσατε να γράφετε διηγήματα αλλά και μυθιστορήματα;
ΑΠ. Ξεκίνησα να γράφω προς τα τέλη της δεκαετίας του 1990. Θάλεγα ότι γράφω εδώ και δεκαεπτά με δεκαοκτώ χρόνια. Στην αρχή ξεγλίστρησαν οι πρώτες, σκόρπιες σκέψεις στο χαρτί. Θυμάμαι, γελούσα με το αποτέλεσμα. Κι ύστερα, δουλειά δουλειά δουλειά... κι όλα πήραν τη σειρά τους.
ΕΡ. Τι είναι αυτό που σας κάνει να γράφετε και να εμπνέεστε; Μήπως η γραφή είναι ένα ασίγαστο πάθος;
ΑΠ. Κυρίως, δύο είναι οι βασικές πηγές που με οδηγούν στο να γράφω και να εμπνέομαι. Το «χθες» και η «καθημερινότητα». Είχα δύσκολα παιδικά χρόνια, τόσο δύσκολα που έτρεμα στην ιδέα, τι θα απογίνω, όταν θα μεγαλώσω. Η εσωστρέφεια μου έφερνε ολοένα σκέψεις σκέψεις... Το υλικό ήταν άπλετο. Περνώντας τα χρόνια, κι όπως τα '''φερε η ζωή, κατ' ένα τρόπο παράξενο, οι κακές στιγμές του μακρινού χθες μετατράπηκαν σε πεδίο που όταν γυρνούσα προς τα πίσω, είχα ευχάριστη και χαμογελαστή διάθεση. Αντλώ κάποια θέματα από το χθες, σε ορισμένα διηγήματά μου, αλλά και σε μυθιστορήματα μου. Επίσης, σημαντικό κεφάλαιο στη γραφή μου έχει κι η καθημερινότητα. Παρατηρώ τους χαρακτήρες, παρατηρώ κάθε λέξη, κάθε φράση, κάθε έκφραση. Όλα αυτά αποθηκεύονται στο νου, κι έπειτα από διύλιση έχω μια πραγματικότητα, τη δική μου πραγματικότητα. Η καθεμιά ψυχή έχει κάτι να μου πει, μάλλον πολλά να μου πει. Αλλά και εδώ, η διύλιση των χαρακτήρων και της καθημερινότητας, είναι αποτέλεσμα του χθες. αφού χάρις σ' αυτό, νομίζω ότι αντιλαμβάνομαι καλύτερα τον εσωτερικό κόσμο κάποιου. Ίσως, όλα τούτα νάναι και ψευδαισθήσεις. Όταν γράφεις και διαβάζεις ανελλιπώς, όταν προσπαθείς με τη μελέτη να βελτιώνεις τις ατέλειες σου, όταν ανυπομονείς, πότε να '''ρθει η ώρα κι η στιγμή να πιάσεις το στυλό και το χαρτί, όταν αντλείς χαρά κι ευχαρίστηση απ' αυτό που κάνεις, τότε, ναι, η γραφή είναι ένα ασίγαστο πάθος.
ΕΡ. Πριν από λίγους μήνες εκδόθηκε το μυθιστόρημα «Ξεκαλοκαιριάζοντας στον Ποταμό», από τις εκδόσεις Θίνες. Ποιος ήταν ο λόγος που το γράψατε;
ΑΠ. Ο ποταμός είναι υπαρκτός. Είναι ο Αλμυρός ποταμός που εκβάλλει στη θαλάσσια περιοχή της Αμμουδάρας Ηρακλείου. Όπως κι οι περισσότεροι ήρωες, είναι υπαρκτοί, κάποιοι άλλοι είναι φανταστικοί. Εκεί, σε μια από τις όχθες του ποταμού συναντούμε τη λεγόμενη '''καφετέρια'''. Καφετέρια που απαρτίζεται από δύο ξύλινα καρούλια της ΔΕΗ κι έναν αχταρμά ξεχαρβαλωμένων καρεκλών. Στο μέρος αυτό μαζεύεται μια παρέα ανθρώπων. Ορισμένοι είναι άνεργοι, καιρό τώρα, άλλοι εργάζονται, μα τις πιο πολλές μέρες κάθονται, κάποιοι είναι συνταξιούχοι, με συντάξεις των τετρακοσίων και πεντακοσίων ευρώ, ενώ μερικοί είναι μισθωτοί. Επίσης, ένα απ' τα δύο κεντρικά πρόσωπα της ιστορίας, ο παλαιολιθικός και γραφικός Ντίνος, με τους τρεις σκύλους του, δουλεύει νυχτοφύλακας σ' ένα μπαρ της παραλίας, με το παχυλό μεροκάματο των επτά ευρώ. Ένας τύπος που τείνει προς το περιθώριο. Με την κρίση να μαστίζει τον τόπο και τους ανθρώπους, προσέχουμε την αταξικότητα ανάμεσα στα μέλη της ομάδας, που συχνάζουν στον ποταμό και την καφετέρια. Ύστερα, το στοιχείο της αλληλεγγύης είναι έντονο. Οι κόσμοι των ηρώων πλησιάζουν, υπάρχει αλληλοβοήθεια και αλληλοκατανόηση, ενώ οι δεσμοί φιλίας αποκτούν στέρεες βάσεις. Τα πρόσωπα δεν κακομοιριάζουν. Ξεχνούν έστω και προσωρινά τις δυσκολίες τους. Άλλοι κολυμπούν στα παγωμένα νερά του ποταμού, ή οι λιγότεροι τολμηροί προτιμούν για μπάνιο τη θάλασσα. Ορισμένοι ψαρεύουν, κάποιοι κάνουν σέρφινγκ, δανείζονται σανίδες και πανιά απ' άλλους, άλλοι παίζουν ρακέτες ή περπατούν μεγάλες αποστάσεις στην αμμουδερή παραλία. Οι συνταξιούχοι στέκουν στην καφετέρια, πίνουν είτε ρακή είτε κρασί, συνοδεύοντας το αγαπημένο τους αλκοόλ, με κατιτίς φαγώσιμο που φέρνουν απ' το σπίτι τους. Βλέπουμε κι εδώ, όπως γίνεται συνήθως, ο χρόνος και το απρόβλεπτο θα σημαδέψει στο τέλος, τις ζωές αυτών των ανθρώπων.
ΕΡ. Μέσα από το μυθιστόρημα προβάλλετε κάποιους ανθρώπους οι οποίοι βρέθηκαν στο περιθώριο της κοινωνίας. Πρέπει ο συγγραφέας να είναι επίκαιρος με την εποχή που ζει και να το εκφράζει μέσα από τη γραφή του;
ΑΠ. Ζούμε σε μια εποχή δύσκολη, πολύ δύσκολη που σημαντικά προβλήματα ταλανίζουν τον άνθρωπο και την κοινωνία. Η ανεργία έχει αλματώδη ανάπτυξη, χτυπά κυρίως τις νεαρές ηλικίες κι όχι μόνο. Οι συντάξεις κάθε τόσο μειώνονται, που αναρωτιέσαι, πώς ζουν αυτοί οι άνθρωποι; Οι μισθοί το ίδιο, μειώνονται κι αυτοί. Η διαφθορά κι η ανομία έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Αξίες κι ιδανικά τείνουν προς εξαφάνιση. Ο συγγραφέας πρέπει να είναι επίκαιρος με την εποχή που ζει, να αφουγκράζεται τις ανασαιμιές του ανθρώπου και της κοινωνίας να γράφει γι' αυτές. Δεν μπορεί να γράφονται κυρίως ρομάντζα, όταν ένας λαός υποφέρει και παλεύει καθημερινά για την επιβίωσή του.
ΕΡ. Σε πρώτο πλάνο παρακολουθούμε την καθημερινότητα του σχεδόν άνεργου κι άστεγου Ντίνου. Με τις σημερινές δύσκολες οικονομικές συνθήκες αναπτύχθηκε καθόλου η κοινωνική αλληλεγγύη στην ελληνική κοινωνία;
ΑΠ. Στην περίπτωση του σχεδόν άνεργου κι άστεγου Ντίνου, παρατηρούμε ότι όλοι οι ήρωες του κειμένου, καταλαβαίνουν την κατάσταση που '''χει περιέλθει, τον συμπονούν και του συμπαραστέκονται τόσο ηθικά, όσο και υλικά. Παρόμοια λειτουργεί κι η ελληνική κοινωνία στο θέμα της κοινωνικής αλληλεγγύης. Σε γενικές γραμμές, ο Έλληνας έχει όμορφα στοιχεία μέσα του, στέκεται στις δυσκολίες του διπλανού του, αφού γνωρίζει καλά κι ο ίδιος, ότι αύριο μπορεί να βρεθεί στη θέση αυτουνού που βοηθά. Το βασικό πρόβλημα, όμως, είναι τι κάνει η Πολιτεία γι' αυτό; Δυστυχώς, τίποτα. Οι πολίτες νιώθουν διαρκώς ανασφάλεια, με τις επιλογές των εκάστοτε κυβερνήσεων. Δε θα μιλούσαμε καθόλου για κοινωνική αλληλεγγύη, αν η κάθε ηγεσία του τόπου, έπαιρνε εκείνα τα μέτρα που θα ανακούφιζαν το λαό της. Κάτι που δε γίνεται. Απεναντίας, αυτό που ξέρει καλά είναι, να βάζει συνεχώς εμπόδια στο τόσο «ευχάριστο» οδοιπορικό των πολιτών της.
ΕΡ. Όλοι οι ήρωές σας μοιάζουν σαν τα πρόσωπα που ζουν δίπλα μας. Μήπως η εμπειρία βοηθά στο πλάσιμο των χαρακτήρων κατά τη γραφή;
ΑΠ. Η καθημερινότητα με τρέφει, με αναζωογονεί, μου προσδίδει δύναμη να προχωρώ μπρος κι ας επαναλαμβάνομαι κάθε τόσο. Η επανάληψη είναι στοιχείο που με χαρακτηρίζει. Τη χρησιμοποιώ συχνά και στα κείμενά μου. Τον Αλμυρό ποταμό τον επισκέπτονταν στην αρχή ένα, δύο άτομα, με τον καιρό η παρέα μεγάλωσε, βρεθήκαμε και στα χρόνια της κρίσης. Βλέπεις καταστάσεις να επαναλαμβάνονται, άνθρωποι να επαναλαμβάνονται, το ίδιο κι οι ιστορίες τους. Παρακολουθώ την καθημερινότητα και των άλλων, φίλων και γνωστών, τις ανησυχίες που έχουν, τις ελπίδες τους για μια πιο ευχάριστη διαδρομή, τις διεξόδους ορισμένων σε απλά κι ασήμαντα πράγματα που είναι κι η πεμπτουσία της ζωής. Η εμπειρία βοηθά στο πλάσιμο των χαρακτήρων κατά τη γραφή, εμπειρία που η απόκτησή της είναι αποτέλεσμα της συνεχούς επανάληψης ανθρώπων και καταστάσεων.
ΕΡ. Η οικονομική κρίση επηρέασε και το αναγνωστικό κοινό. Συνεχίζει να διαβάζει ο μέσος αναγνώστης;
ΑΠ. Ο μέσος αναγνώστης συνεχίζει να διαβάζει, αλλά όχι με το ρυθμό που διάβαζε πριν την κρίση. Η καθημερινότητα των περισσότερων Ελλήνων είναι δυσβάστακτη. Σίγουρα, το διάβασμα δεν είναι μέσα στις προτεραιότητές τους. Μιλάμε και για μια χώρα που είναι πολύ μικρό το ποσοστό αυτών που διαβάζουν. Σε κάποιον που το διάβασμα είναι τρόπος ζωής, θα συνεχίσει να διαβάζει ό,τι προβλήματα και να τον περιστοιχίζουν.
ΕΡ. Είναι η γραφή μια μορφή τέχνης που θα μπορέσει να δημιουργήσει πυρήνες αντίστασης για να ξυπνήσει ο αναγνώστης και να αντιμετωπίσει τα προβλήματα με άλλη ματιά;
ΑΠ. Μου φαντάζει δύσκολο τούτο. Το να ξυπνήσει ο αναγνώστης και να αντιμετωπίσει τα προβλήματα με άλλη ματιά, μέσω της γραφής. Ζούμε στην εποχή του καταναλωτισμού, στην εποχή του lifestyle, στην εποχή του κουτσομπολιού, στην εποχή μιας ανάλαφρης ρηχότητας. Τα αναγνώσματα είναι κι αυτά κυρίως ανάλαφρα, άνευ περιεχομένου και ουσίας. Βλέπεις πλούσια, γυαλιστερά και φανταχτερά εξώφυλλα, με τίτλους βαρύγδουπους. που υμνούν τον έρωτα και την αγάπη. Συνήθως γυναίκες συγγραφείς που τα βιβλία τους, όσα κι αν έχουν γράψει, νομίζεις ότι όλα είναι τα ίδια. Δεν ξεχωρίζουν το ένα με το άλλο. Φυσικά υπάρχουν γυναίκες και άντρες συγγραφείς, με αξιόλογα και ποιοτικά κείμενα, αλλά πολλά απ' αυτά μένουν στην αφάνεια, γιατί πολλοί εκδοτικοί οίκοι προωθούν τα πιο εμπορικά, λόγω οικονομικών απολαβών. Ότι η γραφή είναι μια μορφή τέχνης που θα μπορέσει να δημιουργήσει πυρήνες αντίστασης για να ξυπνήσει ο αναγνώστης και να αντιμετωπίσει τα προβλήματα με άλλη ματιά, είναι γεγονός, αρκεί να μην καταπιάνεται με ανάρηχα διαβάσματα, τούτο συντελεί περισσότερο στην αδρανοποίηση του.
ΕΡ. Μένετε στην επαρχία. Νομίζετε ότι το έργο των συγγραφέων που μένουν στην περιφέρεια δεν έχει ευρύτερη προβολή και αποδοχή από ό,τι αν έμεναν στα μεγάλα αστικά κέντρα;
ΑΠ. Ζω στο Ηράκλειο. Σε μια πόλη που γενικά ο κόσμος δε διαβάζει. Στην περιφέρεια μόνο οι φίλοι κι οι γνωστοί μπορεί να ξέρουν ότι γράφεις. Και τα κείμενά σου δεν έχουν ευρύτερη προβολή και αποδοχή. Το καλό είναι, πως με το ίντερνετ η απόσταση απ' τα μεγάλα αστικά κέντρα έχει μικρύνει. Στην περίπτωσή μου, στάθηκα τυχερός, γιατί το κείμενό μου '''Ξεκαλοκαιριάζοντας στον Ποταμό'''', άρεσε στην εκδότρια των εκδόσεων '''Θίνες'', κα. Ζιζή Σαλίμπα. Η ίδια επιμελήθηκε του βιβλίου και θέλω να πιστεύω ότι βγήκε κάτι καλό. Χαίρομαι για τη συνεργασία μου με το συγκεκριμένο εκδοτικό οίκο, που φημίζεται για τις προσεγμένες και ποιοτικές εκδόσεις του. Η κα Σαλίμπα επιμελήθηκε του βιβλίου κι ήταν αυτή που έδωσε την ξεχωριστή πινελιά στο κείμενο.
ΕΡ. Σήμερα βλέπουμε πολλούς νέους συγγραφείς να εκδίδουν μυθιστορήματα και ποιήματα. Όλες αυτές οι εκδόσεις βοηθούν να αναδειχθούν νέοι συγγραφείς και να ακουστούν νέες ιδέες;
ΑΠ. Παρακολουθώ μέσω ίντερνετ, την αυξανόμενη τάση, νέοι συγγραφείς να εκδίδουν μυθιστορήματα και ποιήματα. Απ' ό,τι γνωρίζω, αν κι η εμπειρία μου είναι μικρή, οι περισσότεροι νέοι συγγραφείς πληρώνουν για να εκδώσουν τα συγγράμματά τους. Κάτι που έκανα κι εγώ στην αρχή, αφού τα δύο πρώτα μου κείμενα ήταν αυτοέκδοση. Όποιος εκδότης έχει μεράκι κι αγάπη για τη δουλειά του, πάρει το κείμενο στα χέρια και δει ότι αξίζει και προσέξει την έκδοσή του, θα ακουστούν και νέοι συγγραφείς και νέες ιδέες. Άλλους εκδότες τους ενδιαφέρει μονάχα το χρήμα, εκδίδουν κείμενα μόνο από εμπορικής άποψης κι ας είναι τα συγκεκριμένα βιβλία, κακά από λογοτεχνικής άποψης. Είπαμε, ζούμε στην εποχή του καταναλωτισμού και της ανάλαφρης ρηχότητας. Δυστυχώς, τα αναγνώσματα που πρέπει να διαβαστούν, δε διαβάζονται και διαβάζονται άλλα που δεν έχουν καμία σχέση με τη λογοτεχνία.
ΕΡ. Πέρα από τη συγγραφή με τι άλλο ασχολείστε;
ΑΠ. Διαβάζω κυρίως κλασικούς απ' την ξένη λογοτεχνία, αλλά και Έλληνες κλασικούς κι όχι μόνο. Ψαρεύω κι όπως συμβαίνει με τους ψαράδες, πότε οι ψαριές μου είναι καλές και πότε μια αποτυχία. Κολυμπώ στα παγωμένα νερά του Αλμυρού ποταμού, χειμώνα, καλοκαίρι. Κάνω τζόκινγκ και περπάτημα σε συστηματική βάση. Έπειτα, έχω και τα καναρινάκια μου, περίπου σαράντα στον αριθμό, τα οποία καθημερινά φροντίζω και προσέχω. Όταν βρίσκομαι στο σπίτι, ακούω μουσική, αν και το ράδιο του ηχοσυστήματος παίζει ολημερίς.
ΕΡ. Είστε από τους ανθρώπους που τους αρέσει να ονειρεύονται και να κάνουν σχέδια για το μέλλον;
ΑΠ. Το χθες είναι το απάνεμο λιμάνι. Εκεί, έχει ρίξει αγκυροβόλι ο εαυτός μου. Το μόνο που αποζητώ είναι να περνώ απλά και ήρεμα. Μετά από κάποιο διάστημα της ζωής μου, όλα κύλησαν με τον τρόπο που ήθελα. Γι' αυτό αναπολώ στο χθες, αλλά και με το σήμερα δεν έχω κακές σχέσεις, σήμερα το οποίο γίνεται αστραπιαία χθες. Συχνά έρχονται στο σήμερα εικόνες, σκέψεις και συναισθήματα από κάποιες στιγμές του παρελθόντος, τις οποίες είναι σαν να τις ξαναζώ και νιώθω βαθιά ευτυχισμένος κι ας μην έχει κάποια βάση αυτή η ευτυχία. Δεν ονειρεύομαι και δεν κάνω σχέδια για το μέλλον. Το αύριο μου φαντάζει ιδιαίτερα μακρινό. Ίσως το μόνο που εναποθέτω στο μέλλον είναι, να '''χω τη δύναμη και να συνεχίζω να συγγράφω.
ΕΡ. Ασχολείστε με το διαδίκτυο; Ποια είναι η γνώμη σας για τα ηλεκτρονικά περιοδικά;
ΑΠ. Με το διαδίκτυο δεν έχω και τις καλύτερες σχέσεις. Ασχολούμαι περισσότερο, λόγω της συγγραφής, αλλά και της μελέτης γύρω από βιβλία γραμματικής και συντακτικού. Τα κείμενά μου τα περνώ στο word. Για να καθίσω να γράψω λέξεις και σκέψεις ενός κειμένου, έχω τους δικούς μου αγαπημένους χώρους, τα στυλό και το χαρτί. Οι εντυπώσεις μου γύρω απ' τα ηλεκτρονικά περιοδικά είναι θετικές. Παρακολουθώ σκέψεις και συναισθήματα κάποιων συγγραφέων, νέες εκδόσεις, αλλά και παλιές, βιβλία που δεν έχω διαβάσει κι οι κριτικές είναι καλές. Επίσης, τα μικρά διηγήματα, αξιόλογων ξένων και Ελλήνων λογοτεχνών που δημοσιεύονται σ' ένα δύο ηλεκτρονικά περιοδικά, με βοηθούν, ώστε να βελτιώνω τη γραφή μου.
ΕΡ. Τι θα απευθύνατε στους αναγνώστες μας;
ΑΠ. Η ζωή είναι όλες στιγμές. Ας ζούμε την κάθε στιγμή σαν να ήταν η τελευταία. Επίσης, θα πρόσθετα, να δίνουμε προσοχή στα απλά και τα ασήμαντα, που πολλές φορές προσπερνούμε, χωρίς να δίνουμε την παραμικρή σημασία. Τα ασήμαντα είναι και τα πιο σημαντικά. Εκεί, κρύβεται κι η μαγεία της ζωής. Τέλος, εύχομαι σε σας, στους αγαπημένους αναγνώστες και γενικά σε όλο τον κόσμο, λόγω των ημερών, καλές γιορτές, πάνω απ' όλα υγεία και καλά διαβάσματα.