Αναρτήθηκε στις:02-12-16 12:40

Συνέντευξη του Βασιλείου Ευτ. Νικόπουλου στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη


Θεωρώ πως η πραγματική ζωή του ανθρώπου είναι μόνο τα «παλιά», δηλαδή το παρελθόν μας

Ο Βασίλειος Νικόπουλος γεννήθηκε το 1942 στο χωριό Πωγωνίσκος της επαρχίας Κόνιτσας του νόμου Ιωαννίνων. Είναι έγγαμος, με δύο τέκνα. Αποφοίτησε από το γυμνάσιο Κόνιτσας με άριστα και εισήχθη στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ, επιτυχών πρώτος στις εισαγωγικές εξετάσεις. Πήρε το πτυχίο του με άριστα και αναγορεύθηκε διδάκτωρ του ίδιου πανεπιστημίου. Το 1971 εισήλθε στο δικαστικό σώμα και διορίστηκε έμμισθος πάρεδρος παρά πρωτοδίκαις στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης. Διήλθεν επιτυχώς όλες τις βαθμίδες της δικαστικής ιεραρχίας και το 2007 επελέγη Πρόεδρος του Αρείου Πάγου. Δημοσίευσε πολλές νομικές μελέτες σε διάφορα νομικά περιοδικά. Παράλληλα όμως με την επιστήμη και το υψηλό του λειτούργημα ασχολήθηκε και με τη λογοτεχνία. Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα με το διήγημα "Το τάμα", το όποιο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Νέα Εστία", όπου δημοσίευσε μια σειρά διηγημάτων.

Ερ. Από πότε ξεκινήσατε να γράφετε;
Απ. Τα πρώτα γραπτά μου, κυρίως επιστολικά κείμενα με σχόλια σε διάφορα επίκαιρα θέματα, δημοσιεύθηκαν σε περιοδικά της δεκαετίας του ’70. Τα πρώτα μου διηγήματα δημοσιεύτηκαν αργότερα στο περιοδικό «Νέα Εστία». Το πρώτο μου μεγάλο έργο, το μυθιστόρημα «Άδεια Γάμου» εκδόθηκε πολύ αργά μετά την αποχώρησή μου από το δικαστικό Σώμα το 2009.Νωρίτερα είχα εκδώσει την πρώτη συλλογή διηγημάτων « Το τάμα και άλλα διηγήματα». Άργησα λοιπόν να εμφανιστώ στα «γράμματα».

Ερ. Τι είναι αυτό που σας κάνει να γράφετε;
Απ. Μια δική μου εσωτερική ανάγκη που προέρχεται από την ιδιαίτερη σχέση που από μικρός είχα με τα γράμματα με ώθησε προς το γράψιμο. Γράφω πρωτίστως για τον εαυτό μου και κατ' αντανάκλαση για τους άλλους. Μου αρέσει πολύ να διαβάζω τα βιβλία μου γιατί έτσι γνωρίζω καλλίτερα μέσα από αυτά τον εαυτό μου. Αυτός είναι κι ο βαθύτερος λόγος που με κάνει να ξαναγράφω, γιατί έτσι πιστεύω πως θα φθάσω σε μια πλήρη και γνήσια αυτογνωσία.

Ερ: Η συλλογή διηγημάτων με τον τίτλο «Τα παιδιά που χάθηκαν», εκδόσεις Κυριακίδη, για ποιο λόγο γράφτηκαν;
Απ: Όλα εκτός από τρία τα διηγήματα της συλλογής αυτής τα είχα αποστείλει σε γνωστό εκδοτικό οίκο της Αθήνας προς έκδοση. Προς μεγάλη μου λύπη όμως ξαφνικά με πληροφόρησαν οι υπεύθυνοι ότι τα χειρόγραφά μου χάθηκαν ή μου επιστράφηκαν δήθεν. Χωρίς να το πιστέψω αναγκάσθηκα να τα ξαναγράψω ( καλλίτερα ή χειρότερα δεν ξέρω) και να τα τυπώσω με τον λίαν χαρακτηριστικό τίτλο «Τα Παιδιά που χάθηκαν». Στον πρόλογο του βιβλίου αυτού δίνω τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με την περιπέτεια αυτών των ταλαιπωρημένων, αλλά τόσο αγαπημένων μου διηγημάτων.

Ερ. Όλοι οι ήρωές σας μοιάζουν σαν τα πρόσωπα που ζουν δίπλα μας. Μήπως η εμπειρία βοηθά στο πλάσιμο των χαρακτήρων κατά τη γραφή;
Απ. Οπωσδήποτε η εμπειρία βοηθάει αρκετά στο πλάσιμο όπως λέτε των χαρακτήρων κατά την γραφή. Όταν έχεις συγκεκριμένο πρότυπο γι’ αυτό που γράφεις το στήσιμο του όλου έργου είναι πιο εύκολο. Τα πράγματα όμως δυσκολεύουν πολύ όταν δημιουργείς ο ίδιος δικούς σου χαρακτήρες τους οποίους θέλεις να προβάλλεις με το έργο σου. Τότε πρόκειται για γνήσια δημιουργία. Στην πρώτη περίπτωση των προϋπαρχόντων προτύπων έχομε μάλλον «αντιγραφή» παρά «συγγραφή». Αυτό δεν σημαίνει πως η αντιγραφή δοσμένων χαρακτήρων είναι εύκολη δουλειά. Χρειάζονται και γι’ αυτήν ιδιαίτερες ικανότητες και πρέπει κι εδώ να χρησιμοποιηθεί καταλλήλως το λογοτεχνικό τάλαντο. Ο συγγραφέας πάντως οφείλει σε κάθε περίπτωση να κινείται στην δική του πραγματικότητα, όπως τη βιώνει στην καθημερινότητά του για να δίνει κάτι το γνήσιο.

Ερ: Οι άνθρωποι των διηγημάτων σας επιδιώκουν να τα βγάλουν πέρα στη ζωή και μάλιστα κρατώντας μια στάση ζωής απέναντι στα κοινωνικά η οικονομικά προβλήματα. Αυτό ήταν γνώρισμα μόνο της δικής σας γενιάς;
Απ: Κάθε γενεά έχει τα προβλήματά της. Οι γενεές των πολυτάραχων 19ου και 20ου αιώνων είχαν περισσότερα και δυσκολότερα προβλήματα, τα οποία αναπηδούσαν από τις πραγματικές ανάγκες της ζωής. Ήταν όλα σχεδόν προβλήματα υπαρξιακά. Γι ‘ αυτό τα αντιμετώπιζαν με μεγαλύτερο σθένος αλλά και υπευθυνότητα και σύνεση. Τα σημερινά όμως προβλήματα είναι απότοκα των καταναλωτικών απαιτήσεων και του ακόρεστου ευδαιμονισμού. Η ζωή έχει αποπνευματοποιηθεί πλήρως, και το μόνο που ενδιαφέρει τους ανθρώπους είναι το οικονομικό όφελος. Η ζωή του σύγχρονου ανθρώπου είναι μια πολύπλοκη μαθηματική οικονομική εξίσωση με πολλούς αγνώστους και δυσεύρετους παράγοντες. Γι’ αυτό προσπαθώ με τα διάφορα κείμενά μου να δώσω την πραγματική εικόνα της ζωής χωρίς ωραιοποιήσεις και λογοτεχνικές πομφόλυγες. Θα ευχόμουν η σημερινή γενιά να απαλλαγεί από το άγχος του ευδαιμονισμού και από τη στεγνότητα της αποπνευματοποιημένης ζωής. Χρειαζόμαστε περισσότερο πνευματικά παρά οικονομικά στηρίγματα για να κερδίσομε τη μάχη της ζωής.

Ερ: Οι ιστορίες σας μοιάζουν σαν μικρά διαμαντάκια που ξεχωρίζουν από την πρώτη ανάγνωση. Πώς ξεκινάτε για να γράψετε μια ιστορία;
Απ: Προσπαθώ να αξιοποιώ τα ερεθίσματα τόσο από τον εξωτερικό όσο και από τον εσωτερικό μου κόσμο. Αυτά είναι η πηγή από όπου αντλώ τη σκέψη και το υλικό για το γράψιμό μου, προσπαθώντας πάντοτε να βρίσκομαι μέσα στην πραγματικότητα. Ορισμένες φορές - φορές αρχίζω να γράφω σχεδόν από το τίποτε! Για παράδειγμα το διήγημα μου «Τα μητρικά κεριά της αγάπης » της συλλογής « Τα Παιδιά που χάθηκαν», το εμπνεύσθηκα από ένα τυχαίο και εντελώς ασήμαντο γεγονός. Είδα μια μέρα, καθώς περνούσα από κει, να βγαίνει από το ναό της Αγ. Σοφίας της Θεσσαλονίκης μια όμορφη κοπέλα. Μου έκανε εντύπωση το γεγονός αυτό, ότι μια όμορφη και μοντέρνα κοπέλα της εποχής μας έβγαινε από την εκκλησία. Αυτό ήταν κάτι που με ερέθισε με την καλή δημιουργική έννοια! Επρόκειτο για ένα εξωτερικό ερέθισμα που έθεσε σε κίνηση όλη τη σκέψη μου. Τα υπόλοιπα όλα του διηγήματος αυτού είναι αποκυήματα της φαντασίας μου, τα οποία υπερκέρασαν το ερέθισμα καθώς το αξιοποίησε κατάλληλα το λογοτεχνικό μου τάλαντο. Πάντως δεν αναζητώ πάντα κάποια αιτία ή αφορμή για να γράψω κάτι. Η έμπνευση τότε μόνο είναι γνήσια όταν είναι ξαφνική και αναίτια. Αυτό συμβαίνει και με τα μεγάλα μου μυθιστορήματα. Ακόμη και το μεγάλο μου μυθιστόρημα «Ο τελευταίος Ραγκαβάνωφ», τον οποίον πολλοί θεωρούν ως ένα «ντοστογιεφκικό» κείμενο, είναι αποτέλεσμα ενός συνδυασμού πολλών εσωτερικών και εξωτερικών ερεθισμάτων, τα οποία δεν αναζήτησα επί τούτου, αλλά προέκυψαν μόνα τους από τις συνθήκες της ζωής. Θα έλεγα πως το μεγάλο αυτό μυθιστόρημα «έτσι μου βγήκε», σχεδόν από μόνο του και πάνω στο γράψιμο εξελίσσονταν φυσιολογικά τα επεισόδια δίχως να τα προετοιμάζω εγώ, θαρρείς και τα ζούσα τη στιγμή που τα έγραφα. Νομίζω ότι γράφω γρηγορότερα από όσο σκέφτομαι κι αυτό με βοηθάει πολύ γιατί αυτό είναι το γνήσιο και αληθινό γράψιμο!

Ερ. Τόσο στο νέο βιβλίο σας όσο και στο προηγούμενο
«Προσωπικές ενθυμήσεις από τη Νομική Σχολή του Α.Π.Θ. της δεκαετίας του '60», εκδόσεις Κυριακίδη, αναπολείτε με νοσταλγία το παρελθόν. Σε τι βοηθά η νοσταλγία για τα παλιά;
Απ. Θεωρώ πως η πραγματική ζωή του ανθρώπου είναι μόνο τα «παλιά», δηλαδή το παρελθόν μας. Γι’ αυτό η αναπόλησή τους είναι για μένα βιωματική υπόθεση. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει τίποτε άλλο εκτός από το παρελθόν. Το παρόν καθίσταται αυτοστιγμεί και εν ριπή οφθαλμού παρελθόν, ενώ το μέλλον ως άγνωστον και αβέβαιον είναι σαν να μη υπάρχει, αφού κατ’ ουσίαν δεν μας ανήκει. Αυτό το οποίο μας ανήκει δικαιωματικά είναι μόνο το παρελθόν μας. Αν λοιπόν δούμε τη ζωή μ’ αυτό το πρίσμα τότε η αναπόληση του παρελθόντος γίνεται δύναμη ζωής!

Ερ. Σήμερα βλέπουμε πολλούς νέους συγγραφείς να εκδίδουν μυθιστορήματα και ποιήματα. Όλες αυτές οι εκδόσεις βοηθούν να αναδειχτούν νέοι συγγραφείς και να ακουστούν νέες ιδέες;
Απ. Σήμερα δυστυχώς δεν αναδεικνύεται κάποιος μέσα από τον εαυτό του και το έργο του, αλλά τον αναδεικνύουν άλλες δυνάμεις και κυρίως τα μέσα κοινωνικής προβολής όπως ο τύπος, η τηλοψία, το ραδιόφωνο. Αν δεν έχεις πρόσβαση σ’ αυτά τα κέντρα ανάδειξης και προβολής δεν μπορείς να αναδειχθείς όσο μεγάλος και να είσαι. Η ανάδειξη και προβολή κάποιου συγγραφέα σήμερα είναι «συστημική»! Το σύστημα αναδεικνύει και προβάλλει όποιον εκείνο θέλει με άλλα λόγια αυτούς που το υπηρετούν. Σήμερα είναι αλήθεια πως πολλοί είναι αυτοί που γράφουν και εκδίδουν ποιήματα και μυθιστορήματα, λίγοι όμως είναι αυτοί, σχεδόν ελάχιστοι, που τελικώς θα αναδειχθούν από το σύστημα. Πρέπει να είσαι εξαιρετικά μεγάλος, αληθινή μεγαλοφυΐα για να μπορέσεις να αναδειχθείς μόνος, με την αξία σου!

Ερ: Διαβάζουν οι Έλληνες βιβλία:
Απ: Το ζήτημα δεν είναι αν οι Έλληνες διαβάζουν βιβλία σήμερα, αλλά ποια βιβλία διαβάζουν όσοι εξακολουθούν να έχουν ακόμη αυτή την καλή συνήθεια… Έχω την γνώμη πως κι αυτοί που διαβάζουν ακόμη προτιμούν τα βιβλία που προβάλλει το σύστημα, μέσα από τη διαφήμιση και την προβολή. Σήμερα οι άνθρωποι προτιμούν τα προϊόντα που διαφημίζονται, τα άλλα, τα άγνωστα, ούτε που τα δοκιμάζουν ως άχρηστα και επιβλαβή ακόμη. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με το βιβλίο. Μόνο τα βιβλία της «μόδας» κινούνται κάπως, τα άλλα, τα «ντεμοντέ» μένουν στο ράφι. Δυστυχώς τα πάντα ελέγχονται σήμερα μέσα από το σύστημα προβολής και ανάδειξης, επομένως και το διάβασμα, ακόμη και το γράψιμο! Η λογοκρισία σήμερα εργάζεται με σύγχρονες μοντέρνες και πιο αποτελεσματικές μεθόδους. Αν δεν αρέσει το γράψιμό σου στο σύστημα «κόβεσαι» μέσα από την διαδικασία ανάδειξης και προβολής. Στον αιώνα της «Δημοκρατίας» που ζούμε, τα πάντα είναι ελεγχόμενα και τίποτε δεν ανήκει απόλυτα στη βούλησή μας. Η ελευθερία κάθε μορφής είναι δοτή και χορηγείται κι αυτή με τρόπο αυστηρώς ελεγχόμενο. Το διάβασμα είναι το ιερό δικαίωμα επικοινωνίας του ατόμου με τον πνευματικό κόσμο. Και ως δικαίωμα υπόκειται κι αυτό σε περιορισμούς όπως όλα τα άλλα δικαιώματα. Ασκείται δηλαδή κι αυτό «καθ’ον τρόπον ορίζει ο νόμος» δηλαδή το σύστημα! Είμαι ευτυχής που κατορθώνω να κινούμαι έξω από το σύστημα και να γράφω ελεύθερα.

Ερ. Στο βιογραφικό σας διάβασα ότι έχετε εργαστεί και ως δικαστής. Μπορείτε να μας πείτε λίγα λόγια για αυτή την ενασχόληση;
Απ. Υπηρέτησα 42 ολόκληρα χρόνια ως δικαστής και διήλθα όλες τις βαθμίδες της δικαστικής ιεραρχίας και το έτος 2007 προήχθη στη θέση του Προέδρου του Αρείου Πάγου. Η απονομή της δικαιοσύνης είναι έργο δύσκολο και σχεδόν υπεράνθρωπο. Το «κρίνειν» είναι έργο του Θεού. Οι άνθρωποι ασχολούνται με αυτό μόνον κατ’ ανάγκη προς εξασφάλιση της ειρηνικής εν τη κοινωνία συμβίωσης. Κατά βάση λοιπόν η εξουσία του «δικάζειν » έχει θεία προέλευση και ως τέτοια, δηλαδή ως θεία εξουσία, πρέπει να αντιμετωπίζομε όλοι μας την Δικαιοσύνη. Αυτό δημιουργεί τεράστιες ευθύνες για το δικαστή, για την Πολιτεία και για τους πολίτες. Όλοι μας ευθυνόμαστε για την κακήν απονομή της δικαιοσύνης κι ο καθένας πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες του. Ευθύνεται πρωτίστως η Πολιτεία, διότι δεν εξασφαλίζει τις συνθήκες εκείνες που είναι απαραίτητες για την ορθή απονομή του Δικαίου, και διότι πολλές φορές επεμβαίνει, ως μη όφειλε, στο έργο της Δικαιοσύνης. Ευθύνονται οι δικαστές διότι πολλές φορές δεν επιτελούν το έργο τους σύμφωνα με τη συνείδησή τους και το νόμο, και τέλος ευθύνονται και οι απλοί πολίτες οι οποίοι δεν συνεργάζονται όπως επιβάλλεται από το νόμο με τα όργανα της Δικαιοσύνης και πολλές φορές υπονομεύουν το έργο της. Οι μεγαλύτερες δικαστικές πλάνες οφείλονται στην ψευδορκία των μαρτύρων και πολλές από τις εσφαλμένες δικαστικές αποφάσεις οφείλονται σε κατασκευασμένα από τους διαδίκους και τους άλλους παράγοντες της δίκης αποδεικτικά μέσα. Ευχαριστώ το Θεό που με αξίωσε εμένα τον ταπεινό και αχρείο να ασκήσω ένα τόσο υψηλό έργο στη ζωή μου και τον παρακαλώ να με συγχωρήσει για τυχόν σφάλματα που διέπραξα κατά την ενάσκηση των καθηκόντων μου, τα οποία όμως μπορώ να σας διαβεβαιώσω δεν οφείλονταν στη βούλησή μου, αλλά διαπράχθηκαν όλα εν αγνοία, ανεπιγνώτως και ανυπαιτίως. Μάρτυς μου ο Θεός!

Ερ: Ασχολείστε με το διαδίκτυο; Ποια είναι η γνώμη σας για τα ηλεκτρονικά περιοδικά;
Απ: Ασχολούμαι με το διαδίκτυο στο μέτρο που με βοηθάει στην εργασία μου. Ομολογώ ότι βοηθάει πολύ το τεχνικό μέρος της συγγραφής ενός βιβλίου. Κατά τα λοιπά όμως δεν με ελκύει αυτό το σύστημα. Γι’ αυτό δεν έχω γνώμη για τα ηλεκτρονικά περιοδικά που ειδικώς με ρωτάτε. Πάντως αν θέλετε την γνώμη μου επιτρέψτε μου να σας πω πως δεν εγκρίνω την γενικευμένη χρήση του διαδικτύου για πολλούς λόγους που δεν είναι του παρόντος να εκθέσω τώρα εδώ, και πιστεύω ότι το διαδίκτυο περισσότερο βλάπτει παρά ωφελεί, όπως άλλωστε και ο τεχνικός πολιτισμός στο σύνολό του. Πιστεύω να συμφωνείτε μαζί μου στην διαπίστωση πως η εξάρτηση του ανθρώπου από την μηχανή γενικώς μας έφερε στο τραγικό σημείο που βρισκόμαστε σήμερα ως κοινωνία ανθρώπων. Θα πρέπει το ταχύτερο να απελευθερωθούμε από την καταδυνάστευση της μηχανής για να νιώσομε επί τέλους ως άνθρωποι.

Ερ: Ποιο είναι το αγαπημένο σας βιβλίο;
Απ: Είναι αλήθεια πως έχω διαβάσει πολύ στη ζωή μου και καθώς γράφω στον πρόλογο του βιβλίου μου « Η Δυστυχία του να είσαι άθεος » το πιστότερο σκίτσο που θα με αντιπροσώπευε πλήρως θα ήταν « ένα βιβλίο που να γράφει στις ανοιχτές του σελίδες το όνομά μου». Τα βιβλία που διάβασα και μελέτησα είναι αμέτρητα. Επίσης μέχρι τώρα έχω γράψει δεκατρία βιβλία. Με ερωτάτε ποιο είναι το αγαπημένο μου βιβλίο. Αν εννοείτε από αυτά τα αμέτρητα που διάβασα και μελέτησα, εκτός από την Καινή Διαθήκη, την οποία ξεχωρίζω όχι μόνο ως ιερό βιβλίο της πίστης μας αλλά και ως ανθρώπινο κείμενο, ιδιαίτερα τις επιστολές του Απ. Παύλου και τις Πράξεις των Αποστόλων του Λουκά δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάποιο βιβλίο που να αγαπώ ιδιαίτερα. Μου αρέσει πολύ ο Ντοστογιέφσκι κι ο δικός μας ο Παπαδιαμάντης. Αν όμως εννοείτε από τα δικά μου βιβλία ποιο αγαπώ περισσότερο, μου είναι εξαιρετικά δύσκολο να ξεχωρίσω κάποιο. Είναι σαν να ρωτάτε τον πατέρα ποιο από τα παιδιά του αγαπάει περισσότερο. Πάντως το μυθιστόρημά μου «Ο τελευταίος Ραγκαβάνωφ» ξεχωρίζει κάπως από τα άλλα.

Ερ: Τι θα απευθύνατε στους αναγνώστες μας;
Απ: Δεν έχω να πω κάτι το ιδιαίτερο στους αναγνώστες της εφημερίδας σας. Τους εύχομαι μόνο να έχουν μέσα τους όσο γίνεται ανθρωπίνως πίστη, ελπίδα και αγάπη, αυτά τα τρία προπάντων δε την αγάπη, διότι αυτή είναι που θα μας σώσει τελικά, επειδή είναι αυτή που μένει σ' αυτή τη ζωή. Να αγαπάτε λοιπόν όλοι σας και μη φοβάστε!




img

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ









img