Ο ψυχίατρος και βραβευμένος ποιητής Μανόλης Πρατικάκης στην καινούργια ποιητική του σύνθεση «Σατόρι ή Η στιγμή της Φωτοσύνθεσης» ατενίζει κατάματα και σε μεγάλο ψυχαναλυτικό βάθος τον Κόσμο μας. Το «Σατόρι ή Η στιγμή της φωτοσύνθεσης» είναι η Περίληψη του Κόσμου του. Το Ποιητικό Σύμπαν του Μανώλη Πρατικάκη.
Το «Σατόρι, Η στιγμή της φωτοσύνθεσης» είναι το τρίτο μέρος μιας τριλογίας, αρχής γενομένης από την «Κιβωτό», στη συνέχεια τον «Λιθοξόο» και τώρα το βιβλίο αυτό, που αποτελούν έναν ενιαίο άξονα, τόσο θεματικά όσο και αισθητικά, με τη φύση στο κέντρο, τους φυσικούς φιλοσόφους (τους λεγόμενους προσωκρατικούς) σε συνδυασμό με την ανατολική σκέψη και φιλοσοφία, που κατά βάθος είναι μεγάλη ποίηση (όπως και των προσωκρατικών), μπολιασμένη με τη σύγχρονη ευαισθησία. Στο βιβλίο αυτό υπάρχουν αρκετές επαναλήψεις σε μια ενιαία πυκνή ύφανση, ως να έγραψε ο ποιητής ένα απέραντο ανεξάντλητο ποίημα, με κοινούς αρμούς που αλληλοσυμπληρώνονται, συνομιλούν μέσα στο χρόνο σε μια ευρεία αλληλοπεριχώρηση ανταλλάσσοντας τα ενεργειακά τους πεδία, σαν τα υποατομικά σωματίδια, που από ύλη γίνονται αντιύλη (δηλαδή ενέργεια) και από σωματίδια μαγνητικά πεδία, κτλ. Ποιήματα του παρόντος βιβλίου συνομιλούν με αυτά των προηγούμενων συλλογών. Επεκτείνονται ή συρρικνώνονται ή αντιστρέφονται, κατά πώς απαιτεί η θεματική ή γλωσσική τάξη. Μια σημαντική διαφορά είναι ότι σε τούτο το βιβλίο υπερέχει την επίδραση της Ανατολής, η προσπάθεια συρρίκνωσης του Εγώ ως την πλήρη του εξαφάνιση για έναν κόσμο λιγότερο άπληστο και αλαζονικό, λιγότερο αλλοτριωμένο και υποταγμένο στη σύγχρονη αγριότητα.
«Σαν μια μυστηριώδης ανταπόδοση που ξαναφέρνει πίσω εκείνο άφθαρτο/ που ενυπάρχει στην αρχέγονη φύση σου….»
«Ο ίδιος ρυπαρός κόσμος που εμείς τάχα πολεμούμε, λειτουργεί εντός μας./ Και από εκεί μάς στέλνει τις αδιάκοπες ανταποκρίσεις του…»
«Το θίξιμο στον Άλλον/είναι ένας σκοτεινός έπαινος./Ο φθόνος είναι κρυμμένος/θαυμασμός./Και τι μίσος α, το μίσος: η αγάπη/των ηττημένων».
«Η πείνα μας είναι το βαθύτερο ψωμί. Και το λίχνισμα άχραντο συλλείτουργο με τον ενάντιο αέρα. Από εδώ φέγγει ο καρπός από κει ο ύμνος του».
«Να αποσπάς το άφθαρτο μέσα από των πραγμάτων /τη φθαρτότητα. Απ’ το εφήμερο, εκείνο που φθέγγεται παντοτινό. Περίμενε και περίμενε».
«Ν΄ αδειάζεις ό,τι είναι γεμάτο. Να γεμίζεις ό,τι είναι άδειο».
«Ό,τι περισσεύει από εσένα είναι κλεμμένο απ΄ του φτωχού το κελάρι».
«Μόνο μέσα από την αναπηρία μπορούμε κάποτε να ξαναβρούμε την αρτιμέλεια του Είναι μας».
«Πολύ συχνά οι άστεγοι του σκοταδιού την παγωνιά ξυλιάζουν».
«Ό,τι αγαπάς βαθιά τη ρίζα του έχει στην καρδιά σου. Ό,τι αγαπάς βαθιά δεν έχει χρόνο. Κι όλα τα ρήματα ανθίζουνε στον ενεστώτα».
«Δεν καραδοκεί πλέον στα στενά της Κακιάς Σκάλας ο μυθικός Προκρούστης./ Αλλά το άρρωστο μυαλό μας εγκαλεί προκρούστεια το κάθε καινοτόμο».
«Μόνο όταν δεν επιδιώκεις τίποτα σου προσφέρεται το σύμπαν».
«Το βουνό είναι μέσα σου και τα πόδια σου πάνω στο βουνό. Απλά πρέπει να εννοήσεις ότι το βουνό κι εσύ είστε αξεχώριστα ένα και το αυτό».
«Να ξέρετε, είμαστε μονάχα εκείνο που προσφέρουμε(κρυφά στους άλλους)».
«Εκεί που σμίγουν τα βουνά με τα σύννεφα θα συναντηθούμε».
«Η νύχτα είχε σίδερα ο τόπος πέτρες κι άδεια/μα εκείνοι φέραν την αυγή μια γλώσσα απ΄ τα σκοτάδια./Μεστή, λιτή κι ολόδροση σαν το ψηλό χορτάρι/που εμέτραγε ό,τι περπατά με τ΄ ουρανού τη χάρη».
«Το δίκιο σας θα΄ ναι το δίκιο μου με ανθισμένο κώνειον».
«Το βλέμμα ανθίζει εκεί μονάχα που αφήνεσαι».
«Η ζωή λάμψεις παίρνει άστρα από το θάνατο/ σπόρος που κατεβαίνει σ΄ ένα στάχυ αθάνατο».
«Την ίδια στιγμή ο Γου Γουέι έκαμε Σατόρι. Έγινε το πνεύμα του ανατέλλοντος , να φεγγοβολά αξεχώριστο από το χάραμα που είχε αρχίσει ήδη ν΄ απλώνει τις μενεξεδένιες του ανταύγειες πίσω απ΄ το βουνό».
«Αφήνει στίχους -θρύψαλα, στροφές σακατεμένες μα κάθε θραύσμα είναι/ όνειρο που ενώνεται στα βάθη, γιατί ΄ναι οι πέτρες σε λαμπρό στήθος/ θεμελιωμένες κι έρχονται από μύρια βάσανα κι ανήκουστα τα πάθη».
«Το ποίημα είναι, κατά βάθος, το αυθεντικότερο, το δραστικότερο πρόσωπό μας».