Αναρτήθηκε στις:04-01-24 16:56

Συνέντευξη της Αντωνίας Παυλάκου στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη


Ποια ήταν η αφορμή για να εκδοθεί το βιβλίο «Όρια και ρήξεις», εκδόσεις 24 Γράμματα;


Δεν υπήρξε κάποια συγκεκριμένη αφορμή. Η απόφαση για την έκδοση των διηγημάτων ήλθε αφού ωρίμασε μέσα μου η σκέψη γι’ αυτό. Ασχολούμαι με τη συγγραφή (άρθρα σε εφημερίδες, κριτικές λογοτεχνικών κειμένων, παρουσιάσεις βιβλίων) εδώ και αρκετά χρόνια. Γράφω επίσης λογοτεχνικά κείμενα από το 2013 και κάποια από αυτά έχουν δημοσιευθεί σε συλλογικές εκδόσεις. Τα διηγήματα του βιβλίου εκτείνονται σε ένα μεγάλο άνυσμα χρόνου και χαρακτήρων με θέμα κυρίως τις διαπροσωπικές σχέσεις. Έπρεπε να δημοσιοποιηθούν αυτά για να ακολουθήσουν και άλλα που ανήκουν σε διαφορετικές θεματικές και χρονικές ενότητες. Αν όμως εννοείτε την αφορμή γραφής κάθε διηγήματος, αυτή γίνεται αντιληπτή κατά την αφήγησή μου.

Γιατί η χώρα μας έχει παράδοση στη συγγραφή διηγημάτων;


Η πεζογραφία στον τόπο μας ξεκίνησε με καθυστέρηση και συνδέθηκαν οι απαρχές της με τη δημιουργία του ελεύθερου ελληνικού κράτους. Οι λογοτέχνες μας λοιπόν μιμήθηκαν Γάλλους, Ρώσους και Άγγλους συγγραφείς που είχαν αναμετρηθεί με τη δυσκολία του είδους και τους ακολούθησαν. Εξάλλου το ευσύνοπτο του διηγήματος βοηθούσε και στην καταχώρηση σε εφημερίδες, κάτι που στις αρχές του 20ου αι. συνηθιζόταν και για λόγους επιβίωσης. Έτσι όλοι οι πεζογράφοι μας θέλησαν την καταξίωση και μέσω της δυσκολίας της λεγόμενης μικρής φόρμας, οπότε δημιουργήθηκε και η ανάλογη παράδοση.

Πώς ξεκινάτε τη συγγραφή ενός διηγήματος;


Κάθε φορά και διαφορετικά. Ανάλογα με το περιεχόμενο της ιστορίας που θέλω να αφηγηθώ φτιάχνω ένα σχέδιο, μια σκαλέτα, που θα ακολουθήσω και μετά βρίσκω τις αφηγηματικές τεχνικές που θα υπηρετήσουν το σχέδιό μου. Πιο σπάνια η συγγραφή γίνεται καταιγιστικά, όπως δηλαδή έρχεται η πρώτη αφόρμηση από κάτι.

Τα διηγήματα της νέας συλλογής αναφέρονται σε θέματα που αφορούν την ελληνική κοινωνία και που τα βλέπετε με τη δική σας ματιά. Από πού όμως εμπνέεστε για να ξεκινήσετε να γράψετε;


Η έμπνευση μπορεί να προέλθει από μια ανάμνηση, από ένα βίωμα, από μια εμπειρία, από τα ήθη μιας άλλης εποχής, από κάποιο στοιχείο μιας αφήγησης ενός προσώπου ή από κάποια βασική μου αρχή ή αξία στη ζωή.

Ποια είναι η επιρροή του γενέθλιου τόπου στον συγγραφέα;


Η Καλαμάτα όπου γεννήθηκα είναι μια πόλη προικισμένη με το γαλήνιο σβήσιμο του βουνού στην αγκαλιά της θάλασσας. Το φυσικό τοπίο συναντιέται αρμονικά με ένα ενδιαφέρον αστικό οικιστικό περιβάλλον. Οι μνήμες μου και ό,τι αγάπησα και αγαπώ είναι κλεισμένα σ’ αυτή την αρμονία. Και αυτήν μοιάζουν να αναζητούν μέσα τους και οι ήρωές μου.

Στο διήγημα «Βραδινή αναζήτηση» ένα κοριτσάκι αισθάνεται την απουσία του πατέρα στο σπίτι επειδή δουλεύει πολλές ώρες και λείπει. Ποια είναι η σημασία των γονέων και η παρουσία τους στο μεγάλωμα των παιδιών;


Από τα βιώματά μου αρχικά ως παιδιού και μετά από την εμπειρία μου ως μητέρα και ως εκπαιδευτικός αλλά και από τη θεωρητική μου κατάρτιση, αναμφίβολα η παρουσία και των δύο γονιών στο σπίτι για το μεγάλωμα των παιδιών εξασφαλίζει την ψυχική τους υγεία και δίνει προοπτική να είναι ισορροπημένα στη ζωή τους. Η απουσία, είτε είναι φυσική είτε σημαίνει τη συναισθηματική αποστασιοποίηση, δεν αναπληρώνεται με παροχές και υλικά αγαθά. Ως παιδί ευτύχησα να νιώθω τη ζεστασιά της παρουσίας και των δύο γονιών μου. Το αντίθετο και τις συνέπειές του το αναγνώριζα στη ζωή μαθητών μου. Ήταν συχνά η αιτία για συμπεριφορές που κραύγαζαν με λάθος τρόπο την αναζήτηση προσοχής και ενδιαφέροντος.

Σε μια άλλη ιστορία, «Σκοτάδι θανάτου σε λευκό και γαλάζιο», γράφετε για μια κοπέλα τη Στέλλα που ερωτεύεται έναν ωραίο άντρα. Γιατί η μητέρα της και οι κοντινοί της συγγενείς είναι αντίθετοι σε αυτή την σχέση;


Ο έρωτας στη νεότητα συσκοτίζει ή παραβλέπει καταστάσεις που είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσουν σε δυστυχία. Οι γονείς προσπαθώντας να αποτρέψουν μια μελλοντική δυστυχία των παιδιών τους αντιδρούν σε σχέσεις τους με πρόσωπα που είναι βέβαιο ότι θα την προκαλέσουν. Σε παλιότερες εποχές οι αντιδράσεις ήταν εντονότερες και δραματικές. Σήμερα οι γονείς επεμβαίνουν πολύ λιγότερο, «πληρώνουν» όμως συχνά το τίμημα της επιλογής των παιδιών τους.


Στο διήγημα« Η παρουσίαση» γράφετε για τον χώρο του βιβλίου. Από την άλλη είστε πρόεδρος της Ένωσης Μεσσηνίων συγγραφέων. Τι σας κάνει να συμμετέχετε σε παρουσιάσεις και να είστε ενεργός πολίτης του πολιτισμού στην Καλαμάτα;


Στο διήγημα «Η παρουσίαση» μιλάω για τον σημαντικό ρόλο της διαίσθησης και των κριτηρίων που πρέπει οι εκδότες να διαθέτουν για να εντάξουν ένα βιβλίο στις εκδόσεις τους. Δεν είναι ωστόσο αυτά σήμερα πρωταρχικά για την επιλογή τους. Γι’ αυτό οι παρουσιάσεις έχουν γίνει καθεστώς για την προώθηση του βιβλίου και δεν απηχούν πάντα την ποιότητά του. Συμμετέχω λοιπόν επιλεκτικά σε παρουσιάσεις νέων έργων μελών ή μη μελών της Ε.Μ.Σ., εάν μου αρέσει ένα βιβλίο. Η Ε.Μ.Σ. προβάλλει το έργο των μελών της με άλλου τύπου εκδηλώσεις που ξεφεύγουν από την εμπορικότητα της συνηθισμένης παρουσίασης. Σκοπός της είναι η με οποιοδήποτε τρόπο συμβολή της στην άνοδο του πνευματικού επιπέδου των Μεσσηνίων με εορτασμούς όπως η Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης, αφιερώματα σε λογοτέχνες, συμμετοχή σε συνέδρια και ημερίδες, συνεργασίες με συλλόγους, φορείς, με τον Δήμο Καλαμάτας και με το Πανεπιστήμιο, λειτουργία λέσχης ανάγνωσης με προβολές ταινιών, με την ανά διετία συλλογική έκδοση έργων των μελών της και οτιδήποτε κριθεί ότι είναι συμβατό με τους πολιτιστικούς σκοπούς της, όπως απορρέουν από το καταστατικό της.

Πρέπει να διδάσκεται η λογοτεχνία ως μάθημα στο σχολείο;


Αν ήταν δυνατόν να βρεθούν οι δάσκαλοι που αγαπούν τη λογοτεχνία και έχουν ταυτόχρονα τη θεωρητική κατάρτιση να δώσουν μερικά «κλειδιά» στους μαθητές για την ανάγνωσή της, ώστε να αποκωδικοποιήσουν κυρίως την ποίηση, με αυτές τις προϋποθέσεις μπορεί να διδάσκεται. Συνήθως η ανελαστικότητα του αναλυτικού προγράμματος εμποδίζει την ελευθερία ενός «υποψιασμένου» διδάσκοντος – για να αφήσουμε έξω τους αδιάφορους. Έτσι επέρχεται ο θάνατος της λογοτεχνίας στο σχολείο.

Τι θα συμβουλεύατε τους νέους που γράφουν;


Στον βαθμό που θα μπορούσα να δώσω συμβουλή, πρώτη είναι να διαβάζουν λογοτεχνία. Αφετηρία ο Όμηρος, το δημοτικό τραγούδι, οι Έλληνες και ξένοι κλασικοί, οι ομότεχνοι καταξιωμένοι σύγχρονοι. Αυτό ισχύει για όλους όσοι γράφουν. Χωρίς πηγές και ανατροφοδότηση το ρυάκι στερεύει. Δεύτερον να μην είναι ματαιόδοξοι, να αναζητούν το ακριβές αποτύπωμά τους μετά τα φώτα της παρουσίασης και δεν θα έβλαπτε και λίγη Θεωρία της Λογοτεχνίας για να κατατοπίζονται σχετικά με αυτό που υπηρετούν.



img

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ