Γεννήθηκε πολύ νωρίς ο τίτλος, ουσιαστικά σχεδόν στην αρχή της ιστορίας, και σε αυτό βοήθησε μια κουβέντα που είχα μια μέρα με την κόρη μου. Κάποια λόγια της ξεκλείδωσαν μια πόρτα στο μυαλό μου.
Απλώς γιατί ήθελα να χρησιμοποιήσω μια χρονική περίοδο κατά την οποία το ρεμπέτικο κυριαρχούσε στην Ελλάδα. Επιπλέον, είναι μια εποχή κατά την οποία ορισμένα κοινωνικά θέματα απασχολούσαν τις γυναίκες και ήθελα με κάθε τρόπο να εντάξω στην ιστορία το ζήτημα αυτό, αφού προσεγγίζεται με έναν ιδιαίτερο τρόπο μέσα από τη ζωή των πρωταγωνιστών μου.
Η θέση των γυναικών στην κοινωνία ήταν και είναι ακόμα ένα ζήτημα που κανονικά δεν θα έπρεπε να μας απασχολεί. Διότι η θέση της είναι δίπλα στον άντρα και όχι πίσω από αυτόν. Δικός μου στόχος ήταν να δείξω με ποιον τρόπο μια μερίδα γυναικών, οι ρεμπέτισσες, κατάφεραν να ανατρέψουν ως έναν βαθμό αυτές τις αντιλήψεις, να σηκώσουν ανάστημα και να σταθούν δίπλα σε άντρες χωρίς να νοιάζονται για τη γνώμη τους. Ήταν εξαιρετικά δύσκολο εκείνη την εποχή, γι’ αυτό και θαυμάζω τη δύναμη και την ψυχή αυτών των γυναικών.
Είναι το 12ο μου βιβλίο και είναι πράγματι όλα διαφορετικά μεταξύ τους. Για τα επόμενα σχέδια είναι αδύνατον να μιλήσω, μιας και ακόμα συμπορεύομαι με τους πρωταγωνιστές αυτού του μυθιστορήματος. Ωστόσο κάτι γεννιέται στο μυαλό μου…
Μια ταξιδιάρα ψυχή!