Κείμενο – φωτογραφίες: Βασίλης Μαλισιόβας*
Ένα από τα μεγαλύτερα αποθέματα μεταφορών στη γλώσσα προέρχεται από τη φύση: τα φυτά και τα δέντρα. Στο κάτοπτρο της ζωής και του κόσμου, που είναι η γλώσσα, πώς να μην καθρεφτίζονται αυτά που επί αιώνες γέμιζαν τη ζωή, το βλέμμα, τη φαντασία του ανθρώπου;
•θυμαράκια: ο τάφος, το νεκροταφείο. Ο Νίκος έτρωγε καθημερινά 5 πιτόγυρα και κατέληξε στα θυμαράκια!
•τσάι: αφέψημα που το προτιμούν κυρίως οι ηλικιωμένοι, εξ ου και η σημασία «τρίτη ηλικία». –Ρε Τάκη, δεν ξαναπήγαμε για καμιά μπίρα… –Tι λες τώρα, ρε Παύλο… Εμείς τώρα είμαστε για τσάι. ΦΡ. στέλνω για τσάι: εντυπωσιάζω, αφήνω άφωνο: Η διάσημη παρουσιάστρια εμφανίστηκε με εντυπωσιακό μαγιό σε παραλία του νησιού και έστειλε τον ανδρικό πληθυσμό για τσάι.
•αμυγδαλωτός: αυτός που έχει το σχήμα του αμυγδάλου, μακρόστενος. Πέρασαν 33 χρόνια από τότε, όμως ακόμη θυμάμαι τα αμυγδαλωτά μάτια της…
•βύσσινο: προσφορά. Τον ξέρω τι συμφεροντολόγος είναι, οπότε όταν μου πρότεινε να μου χαρίσει ένα παλιό αυτοκίνητο της θείας του, του είπα «Να λείπει το βύσσινο»!
•ελιά: σπίλος, μελανόχρωμη κηλίδα δέρματος. Βλέπω ότι η ελιά σου μεγάλωσε πολύ, να πας οπωσδήποτε σε δερματολόγο.
•καρπός: το τμήμα του χεριού στο σημείο που καταλήγει στην παλάμη // τέκνο. Καρπό του έρωτα της γνωστής ηθοποιού με τον διακεκριμένο επιχειρηματία αποτελεί ένα τρίχρονο αγοράκι.
•καρύδια (αργκό): όρχεις, μετφ. ψυχικό σθένος. Μόνο αυτός που έχει καρύδια μπορεί να κάνει επώνυμη καταγγελία χωρίς να φοβάται!
•μήλο του Αδάμ: εκτός από την κυριολεκτική σημασία (απαγορευμένος καρπός που έφαγαν οι πρωτόπλαστοι), η λέξη έχει και μεταφορική σημασία: χαρακτηριστικός χόνδρος/προεξοχή που βρίσκεται στον λαιμό ορισμένων ανδρών.
•ρόιδο: το ρόδι. ΦΕ. Τα κάνω ρόιδο: αποτυγχάνω παταγωδώς. Είχε αναλάβει να συμφιλιώσει τις δύο πλευρές, αλλά τελικά τα ’κανε ρόιδο κι αυτός, οπότε στη διαμάχη έχουν εμπλακεί πλέον όλοι οι συγγενείς!
•σταφιδιάζω: γεμίζω ρυτίδες, γερνάω. Χθες είδα και την Ελευθερία, τη συμμαθήτριά μας. Σταφίδιασε εντελώς!
•συκαλάκι: λέξη που χρησιμοποιείται για ομοφυλόφιλους. –Είπε ότι δεν έκανε οικογένεια επειδή ποτέ δεν είχε καλή δουλειά… –Συκαλάκι… Τον ξέρουμε από τα μικρά μας χρόνια…
•φράπα: (κυριολεκτικά) οικιλία εσπεριδοειδούς // (μεταφορικά) για κάτι σφριγηλό. Είδα και τον μπαρμπα-Αριστείδη σήμερα. Φράπα το μούτρο του!
•αγγούρι: πολύ μεγάλη δυσκολία. Αγγούρι το μάθημα της Χειρουργικής στο 8ο εξάμηνο!
•βλίτο: αργόστροφος, χαζός. Άντε, ρε βλίτο, που θα μας πεις εσύ τι να ψηφίσουμε!
•γλιστρίδα: (κυριολεκτικά) είδος λαχανικού // (μεταφορικά) για έκφραση φλυαρίας. Φέρε μου μια ασπιρίνη! Γλιστρίδα έφαγε αυτή η συνάδελφος!
•γουλί: (κυριολεκτικά) αχανικό με χαρακτηριστικό βολβό // (μεταφορικά) κουρεμένος τόσο πολύ, ώστε το κεφάλι να μοιάζει ξυρισμένο. Τότε που πηγαίναμε εμείς στο δημοτικό, μας ξύριζαν γουλί.
•ζιζάνιο: (κυριολεκτικά) αγριόχορτο που φυτρώνει ανάμεσα στις καλλιέργειες. // (μεταφορικά) αεικίνητο, υπερκινητικό παιδί, πειραχτήρι. Είχαμε πάει στην κυρα-Κούλα για καφέ, αλλά ήταν και το ζιζάνιο το εγγονάκι της, δεν μας άφησε σε ησυχία. // σπέρνω ζιζάνια: προκαλώ έριδες. Αυτή δεν έχει άλλη δουλειά απ’ το να σπέρνει ζιζάνια ανάμεσά μας.
•κουτόχορτο: ενδιαφέρουσα περίπτωση, καθότι δεν υφίσταται κυριολεκτική σημασία. Η λέξη σημαίνει το μέσο εξαπάτησης/εξηλιθίωσης. –Σήμερα ο πρόεδρος της επιτροπής αναίρεσε αυτά που είπε χθες στη συνέντευξη Τύπου… –Δεν τρώμε κουτόχορτο! Όλοι ξέρουμε τι έγινε μ’ αυτή την τραγωδία!
•μαϊντανός / τηλεμαϊντανός: αυτός που συμμετέχει σε πάνελ διάφορων τηλεοπτικών εκπομπών χωρίς όμως να έχει κάτι ουσιώδες να πει.
•μαρούλι (αργκό): το χρήμα. Φιλαράκι, καλή η ιδέα σου, αλλά το μαρούλι πού θα το βρούμε;
•ντομάτες: ΦΡ. παίρνω με τις ντομάτες: αποδοκιμάζω έντονα, αποπέμπω με επεισοδιακό τρόπο. Με το πρώτο τραγούδι που είπε, φάνηκε πόσο φάλτσος είναι, οπότε του έκαναν νόημα να σταματήσει για να μην τον πάρουν με τις ντομάτες.
•πιπεράτος: ο σκανδαλοθηρικός. Το επόμενο βιβλίο του θα περιέχει πιπεράτες ιστορίες από την αθηναϊκή κοινωνία του Μεσοπολέμου.
•κυπαρίσσι: το κοιμητήριο, όπου βρίσκονται πολλά τέτοια αειθαλή δέντρα (σύμβολα αθανασίας). Αυτός την έστειλε την κακομοίρα την ξαδέρφη μου στα κυπαρίσσια και τώρα ξαναπαντρεύτηκε μια πιτσιρίκα!
•συκιά (μειωτικά): ομοφυλόφιλος άντρας. Μίλησε τώρα και η συκιά για τη στρατιωτική θητεία…
•πλάτανος: συνδέεται συχνά με τη μακροζωία, αλλά και τη σταθερότητα: Ο παππούς ήταν ο πλάτανος της οικογένειας, μετά τον θάνατό του αλληλοεξοντωθήκαμε.
•αειθαλής: εκτός από την κυριολεκτική σημασία (δέντρο που έχει συνεχώς φύλλα), υπάρχει και η μεταφορική: ακμαίος. Συχνά το επίθετο χρησιμοποιείται στον υπερθετικό βαθμό: Ο καθηγητής μας μπήκε στα 90, όμως είναι αειθαλέστατος!
•άνθος: δυσεύρετο: άνθος αλατιού: αλάτι που συλλέγεται με το χέρι, όχι με αυτοματοποιημένο τρόπο // το καλύτερο χρονικό σημείο. Δυστυχώς ο συμφοιτητής μας βρήκε τραγικό θάνατο στο άνθος της ηλικίας του. Η λέξη συναντάται και ως ανθός: το εκλεκτό μέρος, το καϊμάκι (η λέξη συχνότατα συναντάται ως ανθόγαλα). Στο κατάστημά μας θα βρείτε ανθό πρόβειου γάλακτος.
•άνθιση: ανάπτυξη. Η οικονομική άνθιση της περιοχής ξεκίνησε μετά τη δημιουργία του πρώτου τυροκομείου.
•ανθίζει: εμφανίζεται. Τώρα που η κόρη μου βρήκε δουλειά, άνθισε και πάλι το χαμόγελο στα χείλη της!
•ανθίζομαι (αργκό): αντιλαμβάνομαι, παίρνω χαμπάρι, ψυλλιάζομαι. «Τα παραμύθια σου τ’ ανθίστηκα πια τώρα» (λαϊκό τραγούδι)
•μαραίνομαι: συρρικνώνομαι. Το χωριό μας τα τελευταία χρόνια μαράθηκε τελείως, αφού τώρα έχει μόνο 10 μόνιμους κατοίκους. // (ειρωνικά) αυτό έλειπε. Πολύ βρόμικος άνθρωπος! Το κουστούμι τον μάρανε…
•μπουμπούκι: πολυαγαπημένος. Μπουμπούκι μου, έλα να σου δώσω ένα φιλάκι! // άνθρωπος που είναι πολύ κακός, παρά το παρουσιαστικό του. –Λέω να συνεργαστώ με τον Λάκη στο νέο μου μαγαζί. –Φαίνεται δεν ξέρεις τι μπουμπούκι είναι…
•ξεριζωμένος: εκπατρισμένος
•ξεφυτρώνω: εμφανίζομαι. –Καλησπέρα! –Καλησπέρα! Από πού ξεφύτρωσες εσύ;
•ριζώνω: εγκαθίσταμαι μόνιμα. Οι προπαππούδες μας είχαν έρθει από την Καππαδοκία και ρίζωσαν σ’ ένα χωριό της Ορεστιάδας.
•φυτώριο (μεταφορικά): χώρος όπου αναδεικνύεται κάποιος. Φυτώριο νέων καλλιτεχνών αποτελεί το θεατρικό εργαστήρι που είχε ιδρύσει ο αείμνηστος ηθοποιός.
•φυλλορροεί: παρακμάζει, καταρρέει. Παλαιότερα στο νησί μας υπήρχαν τέσσερις σχολές, τώρα έμεινε μόνο μία, αλλά κι αυτή φυλλορροεί.
•φυτρώνει: εμφανίζεται. Είχα χτυπήσει χθες το απόγευμα στην άκρη ενός ντουλαπιού και σήμερα φύτρωσε ένα καρούμπαλο στο κεφάλι μου!
•αγκάθι: πολύ σοβαρό πρόβλημα. Αγκάθι στις σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας παραμένει το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας.
•βλαστάρι: το νεαρό παιδί, κυρίως γιος. Σήμερα κι εγώ κι η γυναίκα μου πήραμε άδεια απ’ τη δουλειά, γιατί θέλαμε να καμαρώσουμε το βλαστάρι μας στην παρέλαση!
•κορμός: το βασικό τμήμα. Κορμό της συγκοινωνιακής αναδιάρθρωσης θα αποτελέσει ο σταθμός μετρό του Συντάγματος.
•αλωνίζω: (κυριολεκτικά, κυρίως παλαιότερα) με τη χρήση υποζυγίων πραγματοποιώ το αλώνισμα, την εργασία που ακολουθούσε το θέρισμα και ήταν απαραίτητη για την απόσπαση των δημητριακών από τα στάχυα. // (μεταφορικά) περιφέρομαι συνεχώς, είμαι αεικίνητος. –Τι κάνει ο εγγονός σου; –Αλωνίζει όλη μέρα κι εμείς τρέχουμε από πίσω του!
•διανθίζω: εμπλουτίζω. Ο Γιώργος έχει το χάρισμα να διανθίζει ακόμη και την πιο απλή κουβέντα με ρητά αρχαίων συγγραφέων.
•δρέπω: (κυριολεκτικά) θερίζω, συγκομίζω, συλλέγω. // (μεταφορικά) ανταμείβομαι. Έπειτα από τις πολυετείς λαογραφικές αποστολές του, ήρθε η ώρα να δρέψει τους καρπούς με την έκδοση ενός εξαιρετικού βιβλίου.
•εσοδεία: η σοδειά. ΦΡ. νέας εσοδείας: οτιδήποτε νέο ή καινοφανές. Για ψεύδη νέας εσοδείας έκανε λόγο ο αρχηγός του εν λόγω κόμματος, σχολιάζοντας τη δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου.
•θερίζω: προκαλώ φρικτό και μαζικό θάνατο. Είχαν σταματήσει κανονικά στη ΛΕΑ, αλλά πέρασε ένα φορτηγό και τους θέρισε!
•καλλιεργημένος: αυτός που έχει υψηλό επίπεδο σκέψης και αγωγής: Πρόκειται για βαθύτατα καλλιεργημένο άνθρωπο, τον ξέρω πολλά χρόνια.
•κλαδεύω: αποπέμπω, διώχνω. Ο διευθύνων σύμβουλος είναι πολύ σκληρός! Να φανταστείς κλάδεψε μέχρι και τον ανιψιό του, επειδή δεν έπιασε τον στόχο πωλήσεων. // (στο ποδόσφαιρο) για επιθετική ενέργεια/κλοτσιά εις βάρος παίχτη αντίπαλης ομάδας.
•κουτσουρεύω: (κυριολεκτικά) κλαδεύω τόσο πολύ, ώστε ουσιαστικά να απομένει ο κορμός (κούτσουρο) // (μεταφορικά) ακρωτηριάζω // μειώνω κάθετα. Τα τελευταία χρόνια, οι κυβερνήσεις κουτσούρεψαν τις συντάξεις μας.
•μπολιάζω: επηρεάζω καθοριστικά. Οι λόγιοι του Βυζαντίου που κατέφυγαν στη Δύση μετά την Άλωση, μπόλιασαν με τον στοχασμό της Ανατολής την ευρωπαϊκή διανόηση.
•οργώνω: περιοδεύω ακατάπαυστα. Μετά την προκήρυξη πρόωρων εκλογών, οι αρχηγοί όλων των κομμάτων οργώνουν τη χώρα.
•σκαλίζω: αναδεύω. «Μη σκαλίζεις τη στάχτη, να ξανάβρεις φωτιά» (λαϊκό τραγούδι) // αναφέρω κάτι δυσάρεστο. –Εσένα τι σου είχε αφήσει στην κληρονομιά ο θείος; –Παύλο μου, μην τα σκαλίζεις αυτά, σε παρακαλώ… // καθαρίζω. Ελενίτσα, σου έχω πει χιλιάδες φορές, να μη σκαλίζεις τη μύτη σου μπροστά σε άλλους!
•σταχυολογώ: επιλέγω. Πάμπολλα είναι τα παραδείγματα, σταχυολογώ όμως τα πιο χαρακτηριστικά…
•φυτευτός: αυτός που τοποθετείται κάπου χωρίς αξιοκρατικά κριτήρια. Βάσει προσόντων έπρεπε να γίνω διευθυντής, αλλά ήρθε φυτευτός ο ξάδερφος ενός βουλευτή.
•φυτεύω: ρίχνω, πυροβολώ. Κι εκεί που περιμέναμε έξω από την κλινική, βλέπουμε ένα τζιπ να πλησιάζει έναν που βρισκόταν λίγο παραπέρα. Κατέβηκε ένας με κουκούλα και του φύτεψε μια σφαίρα στο κεφάλι. // κηδεύω. –Πότε θα γίνει η κηδεία; –Α, καλά… Τον φύτεψαν προχθές!
•φύτρα: καταγωγή. Η φύτρα μας είναι από την Αρκαδία.
•καρυδότσουφλο: υποτυπώδες και επικίνδυνο πλωτό μέσο. Ο συχωρεμένος ο μπάρμπας μου είχε πάει για ψάρεμα μ’ ένα καρυδότσουφλο και τον βρήκαν πνιγμένο την επόμενη μέρα.
•κουκούτσι: ελάχιστη ποσότητα. Κουκούτσι μυαλό δεν έχεις; Έδωσες τηλεφωνικά το PIN της κάρτας σου επειδή ο άλλος σού είπε ότι είναι από την τράπεζα;
•θερμοκήπιο/φαινόμενο θερμοκηπίου: φυσική διεργασία που έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της θερμοκρασίας.
•γλάστρα: όμορφη κοπέλα που η αξία της όμως περιορίζεται στην εμφάνιση. –Κουκλάρες οι κοπέλες που συμμετέχουν στην εκπομπή! –Ναι, αλλά γλάστρες! Μόνο ο κεντρικός παρουσιαστής μιλάει συνεχώς.
•χωράφι: περιοχή δικαιοδοσίας, ξένη υπόθεση. Αν θες να έχεις το κεφάλι σου ήσυχο, σε συμβουλεύω να μη μπαίνεις σε ξένα χωράφια.
Υπάρχουν διάφορες λέξεις που το ένα συνθετικό τους αφορά λέξη προερχόμενη από τον πυρήνα του θέματός μας και η σημασία είναι μεταφορική. Για παράδειγμα:
βίος ανθόσπαρτος (ευχή σε γάμο για ευτυχία), σκορδοκαΐλα (αδιαφορία), χοντροπατάτας (υπέρβαρος), καρπουζοκέφαλος (αυτός που έχει μεγάλο κεφάλι), φυτοζωώ (ζω με μεγάλες στερήσεις, στα όρια της επιβίωσης) κ.ά.
Επίσης, ποικιλία φράσεων έχει ως σημείο αναφοράς δέντρο, φυτό ή καρπό. Παραδείγματος χάριν: την κουνάει την αχλαδιά (είναι ομοφυλόφιλος), κολοκύθια με τη ρίγανη (για ανεπιτυχές αποτέλεσμα ή κάτι που δεν μας αφορά), δεν χωράνε δυο καρπούζια στην ίδια μασχάλη, την περνάω κοτσάνι (πολύ ωραία), τους έπιασαν στα πράσα (επ’ αυτοφώρω), τον έφαγαν λάχανο (τον σκότωσαν), σαν την καλαμιά στον κάμπο (απόλυτη μοναξιά), τον έκανε με τα κρεμμυδάκια (τον κατατρόπωσε), χαιρέτα μου τον πλάτανο (για πλήρη ασυνεννοησία), άρες, μάρες, κουκουνάρες (ανοησίες) κ.ο.κ.
Πολλά είναι τα ονόματα που σχετίζονται με το θέμα μας: Μόσχος, Κανέλος, Τριαντάφυλλος, Λεμονιά, Βιολέτα, Μαργαρίτα, Κρινιώ, Δάφνη, Γαριφαλιά, Μηλίτσα, Μυρσίνη, Υάκινθος, Ζουμπουλία, Χλόη, Χρύσανθος, Ανθή, Μυριάνθη κ.ά.
Το ίδιο ισχύει και για τα επώνυμα: Ανθόπουλος, Βλαστάρης, Κλωναρίδης, Φλούδας, Λεμονίδης, Χλωρός, Σταφυλίδης, Κρομμύδας, Κλαδάκης, Βαμβακούλας, Σκορδίλης, Σπανάκης, Κοτσάνης, Φουντουκίδης, Καλαμπόκης, Πορτοκάλογλου, Πεπόνης, Καρπούζης, Μηλιαρέσης, Φασουλάκης, Μαντζουράνης, Φυτράκης, Αγγούρης, Νεράντζης,
Φυσικά, πλείστα είναι και τα τοπωνύμια που έλκουν την καταγωγή τους από φυτό ή δέντρο: Ανθότοπος Άρτας, Κριθαριά Μαγνησίας, Ρίζα Αιτωλοακαρνανίας, Κρανιά Λάρισας, Σιταριά Έβρου, Χόρτο Μαγνησίας, Ροδόπολη Σερρών, Μηλιές Πηλίου, Λεύκα Καρδίτσας, Κυδωνιά Ημαθίας, Κυπαρίσσι Ευβοίας, Μολόχα Καρδίτσας, Τζιτζιφιές Αττικής, Πολυστάφυλο Πρέβεζας, Πλατάνι Κω, Αχλαδόκαμπος Αργολίδας, Μεγάλο Πεύκο Αττικής, Δαφνώνας Ξάνθης, Κρεμμύδια Μεσσηνίας, Βαμβακού Λακωνίας, Καρυά (Καρυδιά) Αργολίδας, Λεπτοκαρυά (Φουντουκιά) Πιερίας, Μεγάλη Κερασιά Καλαμπάκας, Κισσός Πηλίου, Ρίγανη Αιτωλοακαρνανίας, Μαραθόκαμπος Σάμου, Τσουκνίδα Πρέβεζας, Βαμβακόφυτο Σερρών κ.ά.
Είτε μυρίζουμε το άρωμα του χαμομηλιού, είτε στοχαζόμαστε κάτω από ένα κυπαρίσσι, είτε δροσιζόμαστε στη σκιά ενός πλάτανου, τα φυτά και τα δέντρα δεν είναι μόνο δώρα της Φύσης. Είναι οι πράσινοι ποιητές της γλώσσας μας, που μας χαρίζουν λέξεις και φράσεις γεμάτες ζωή.
Ας ευγνωμονούμε αυτούς τους πράσινους ευεργέτες που ομορφαίνουν όχι μόνο τη ζωή αλλά και τη γλώσσα μας! Ας τα αγκαλιάσουμε, όπως προτρέπει ο Μ. Αναγνωστάκης, με τον μοναδικό, ποιητικό του τρόπο:
Πρώτα να πιάσω τα χέρια σου
Να ψηλαφίσω το σφυγμό σου
Ύστερα να πάμε μαζί στο δάσος
Ν’ αγκαλιάσουμε τα μεγάλα δέντρα
Πού στον κάθε κορμό έχουμε χαράξει
Εδώ και χρόνια τα ιερά ονόματα
Να τα συλλαβίσουμε μαζί
Να τα μετρήσουμε ένα-ένα
Με τα μάτια ψηλά στον ουρανό σαν προσευχή.
Το δικό μας το δάσος δεν το κρύβει ο ουρανός.
Δεν περνούν από ’δώ ξυλοκόποι.