Γράφει ο Ευάγγελος Κατσίμπρας*
Πλησιάζοντας στην Κυριακή των Βαΐων έχουμε οφειλετικό χρέος να αναφερθούμε στον Εθνομάρτυρα Επίσκοπο Ρωγών και Κοζύλης Ιωσήφ και τον καθοριστικό ρόλο που διαδραμάτισε στην Ηρωική έξοδο του Μεσολογγίου.
Ήταν έντονη η επιθυμία μου εδώ και πολλά χρόνια και είχα θέσει σκοπό της ζωής μου να μπορέσουμε κάποτε να τιμήσουμε την μνήμη του Εθνομάρτυρα Επισκόπου Ρωγών και Κοζύλης Ιωσήφ και στα μέρη μας, στα ματωμένα Ηπειρωτικά χώματα απ’ όπου ξεκίνησε την δράση του ο Ιωσήφ.
Άκουγα και διάβαζα για την μεγάλη Θρησκευτική και Εθνική δράση που επέδειξε ο Ιωσήφ στην Επανάσταση του 1821, αλλά και τον καθοριστικό ρόλο που διαδραμάτισε στην πολιορκία και την Ηρωική έξοδο του Μεσολογγίου θυσιάζοντας και την ίδια την ζωή του και ήταν αδιανόητο να τιμάται στο Μεσολόγγι και σε άλλα μέρη της Ελλάδας και όχι στα μέρη μας.
Αυτό έγινε πραγματικότητα το έτος 2023 όταν διοργανώθηκε και συνεχίζεται με την πρωτοβουλία μας και την συμμετοχή μας καθώς και άλλων φορέων εκδήλωση προς τιμήν του μεγάλου αυτού Επισκόπου στο κάστρο των Ρωγών, παρόμοια εκδήλωση είχε γίνει μόνο το 1971, με την ευκαιρία του εορτασμού των 150 ετών από την Επανάσταση του 1821.
Ως συνδιοργανωτής και επικεφαλής του Φορέα Εταιρεία Βυζαντινών Μελετών Νομού Πρεβέζης αισθάνομαι υπερήφανος, ότι εκπληρώνω το μεγάλο σκοπό τον οποίο είχα θέσει για να τιμηθεί η μνήμη του Εθνομάρτυρα Επισκόπου Ρωγών και Κοζύλης Ιωσήφ.
Ο Επίσκοπος Ιωσήφ γεννήθηκε στα Αμπελάκια ή Τσαριτσάνη Θεσσαλίας το έτος 1776 και από πολύ νωρίς διακρίθηκε για την φιλομάθειά του.
Διδάχθηκε τα πρώτα γράμματα από τον τρικαλινό Ιερέα Πολυζώη, τον Εθνομάρτυρα και συνέχισε τις σπουδές του στην περίφημη σχολή της Τσαρίτσανης όπου ήταν μαθητής του δάσκαλου του Γένους και διαφωτιστή Κωνσταντίνου Κούμα.
Σε ηλικία μόλις 14 ετών χειροτονήθηκε Αναγνώστης και στη συνέχεια ασπάστηκε το μοναχικό βίο και χειροτονήθηκε το 1798, σε ηλικία 22 ετών, διάκονος και αργότερα πρεσβύτερος στην Τσαρίτσανη από τον Επίσκοπο Ελασσόνας Ιωαννίκιο τον Α΄.
Ως κληρικός με τη μεγάλη του εθνική δράση ανησυχεί τον Αλή Πασά ο οποίος δίνει εντολή το 1814 να τον συλλάβουν και να τον μεταφέρουν στα Ιωάννινα όπου τον φυλακίζει με σκοπό να θανατωθεί.
Η ποινή του όμως δεν εκτελείται, αποφυλακίζεται και καταφεύγει στην Άρτα, κοντά στον Μητροπολίτη Άρτης και Ναυπάκτου Πορφύριο με τον οποίο συνδέονταν από παλαιότερα.
Στην Άρτα χειροτονείται Αρχιμανδρίτης, όπου ανέπτυξε σημαντική εκκλησιαστική και εθνική δράση και γνωρίστηκε φιλικά με τον Επίσκοπο Ρωγών και Κοζύλης Μακάριο.
Όταν στη συνέχεια το 1820 ο Μακάριος καταδιώχθηκε από τους Τούρκους και πέρασε στην Κέρκυρα για να γλυτώσει το θάνατο από τον Αλή Πασά, όρισε τον Αρχιμανδρίτη Ιωσήφ αντικαταστάτη του στην Επισκοπή Ρωγών.
Οι Ρωγοί βρίσκονται σε χαμηλό λόφο ανάμεσα από τα χωριά της Πρέβεζας, Πέτρα και Νέα Κερασούντα.
Σήμερα σώζονται ερείπια του κάστρου καθώς και Ιερός Ναός αφιερωμένος στην Κοίμηση της Θεοτόκου, μέρος της παλιάς Μονής η οποία δεν σώζεται.
Δίπλα στην είσοδο του Ιερού Ναού υπάρχει επιγραφή που αναγράφει: «ΕΝ ΤΑΥΤΗ ΤΗΝ ΠΑΛΑΙ ΜΟΝΗ ΚΑΙ ΕΠΙΣΚΟΠΗ ΡΩΓΩΝ ΑΡΧΙΕΡΑΤΕΥΣΕ 1820-1826 Ο ΕΘΝΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΙΩΣΗΦ ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΑΤΑΣ ΠΡΟΣΕΝΕΓΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΤΗ ΠΑΤΡΙΔΙ ΕΝ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΩ ΑΓΩΝΙΣΘΕΙΣ ΚΑΙ ΘΥΣΑΣΘΕΙΣ 13/04/1826».
Ως Επίσκοπος Ρωγών έμεινε μικρό χρονικό διάστημα αλλά φεύγοντας άφησε σπουδαίο εκκλησιαστικό κα φιλανθρωπικό έργο.
Στη διάρκεια της Επανάστασης του 1821, ο Επίσκοπος Ιωσήφ δραστηριοποιήθηκε έντονα για να υποστηρίξει τους σκοπούς του απελευθερωτικού Αγώνα και αργότερα στον τουρκικὸ εμφύλιο πόλεμο, οι Έλληνες της περιοχής με τον Ιωσὴφ πρωταγωνιστή, ύστερα από εντολή της Φιλικής Εταιρείας, πήραν το μέρος του Αλή πασά για να πολεμήσουν τα σουλτανικὰ στρατεύματα.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο Χουρσὶτ Πασάς να συλλάβει πολλοὺς Κληρικοὺς και μεταξύ αυτών και τον Επίσκοπο Ρωγών και Κοζύλης Ιωσήφ.
Οι τουρκικές αρχές τον τιμώρησαν με κάθειρξη στην Άρτα, μέχρι το τέλος του 1821, οπότε απελευθερώθηκε όταν τα σουλιώτικα και ρουμελιώτικα σώματα τα οποία κυρίευσαν για λίγες μέρες την πόλη της Άρτας.
Μετά την απελευθέρωσή του εγκατέλειψε την πόλη της Άρτας και κατέφυγε στο αρματολίκι του Βάλτου Ακαρνανίας όπου συνάντησε τους αγωνιστές, Ανδρέα και Γιάννη Ίσκο και έλαβε μαζί τους μέρος σε πολλές μάχες εναντίον των Τούρκων στην Επανάσταση που ακολούθησε.
Στη συνέχεια ο Επίσκοπος Ρωγών και Κοζύλης Ιωσήφ πήγε τον Φεβρουάριο του 1822 στο δοκιμαζόμενο Μεσολόγγι όπου συνδέθηκε με τον Ελβετό Φιλέλληνα εκδότη των «Ελληνικών χρονικών» Ιωάννη Μάγερ και συνεργάσθηκε μαζί του σε οργανωτικά θέματα του Αγώνα.
Στις 24 Δεκεμβρίου του 1823 διοργάνωσε με απόλυτη επιτυχία την υποδοχή του Λόρδου Βύρωνα.
Οι αρετές και ο προσωπικός του αγώνας τον ανέδειξαν σε πνευματικό καθοδηγητή των πολιορκημένων αλλά είχε και το θλιβερό προνόμιο να τελέσει τον Αύγουστο του 1823 την κηδεία του Μάρκου Μπότσαρη και τον Μάρτιο του 1825 κήδευσε το Λόρδο Βύρωνα.