«Αν θέλαμε να τη διατηρήσουμε [την τράπεζα πάγου της Δ.Ανταρκτικής] θα έπρεπε είχαμε αναλάβει δράση κατά της κλιματικής αλλαγής πριν από δεκαετίες» είπε η Νότεν.
«Η θετική πλευρά είναι ότι, αναγνωρίζοντας αυτή την κατάσταση πριν συμβεί, ο κόσμος θα έχει περισσότερο χρόνο να προσαρμοστεί στην άνοδο της στάθμης που έρχεται».
H μελέτη δεν εξέτασε πόσος πάγος πρόκειται να χαθεί και πόσο γρήγορα. Ωστόσο η Νότεν δήλωσε στο Associated Press ότι περιοχή που εξετάζεται περιέχει αρκετό πάγο για να ανεβάσει το επίπεδο των ωκεανών κατά περίπου 1,8 μέτρα και να κατακλύσει τεράστιες παράκτιες εκτάσεις.
Και σε περίπτωση που λιώσουν και οι ηπειρωτικοί παγετώνες της Δ.Ανταρκτικής, εκτός από τον επιπλέοντα πάγο, η άνοδος μπορεί να φτάσει τα πέντε μέτρα.
Η απειλή είναι βέβαια μακροπρόθεσμη, αφού θα χρειαστούν αιώνες μέχρι να λιώσει όλη αυτή η ποσότητα πάγου.
Τα ευρήματα της μελέτης «χρήζουν προσεκτικής αντιμετώπισης, δεδομένου ότι διαφορετικά μαθηματικά μοντέλα, ακόμα και διαφορετικά σετ του ίδιου μοντέλου, μπορεί να δώσουν διαφορετικά αποτελέσματα» επισήμανε μιλώντας στο Reuters ο Τιάγκο Σεγκαμπινάτσι Ντότο του βρετανικού Εθνικού Κέντρου Ωκεανογραφίας, ο οποίος δεν συμμετείχε στη μελέτη.
Πρόσθεσε όμως ότι τα ευρήματα βρίσκονται σε συμφωνία με προηγούμενες έρευνες για την επικείμενη κατάρρευση της τράπεζας πάγου στη Θάλασσα του Άμουδσεν. Η περιοχή περιλαμβάνει τον παγετώνα Θουάιτς, γνωστό και ως «παγετώνα του ολέθρου» λόγω της ανόδου της στάθμης που θα προκαλούσε η τήξη του.
Οι πάγοι της Δυτικής Ανταρκτικής «είναι καταδικασμένοι» σχολίασε στο Associated Press o Έρικ Ρίγκνοτ του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Άιρβινγκ, ο οποίος επίσης δεν συμμετείχε στη μελέτη. «Η ζημιά έχει ήδη γίνει» είπε.
Οι ερευνητές τόνισαν πάντως ότι προσπάθειες να περιοριστεί η παγκόσμια θέρμανση πρέπει να ενταθούν.
Όπως σχολίασε η Νότεν, «δεν πρέπει να σταματήσουμε να εργαζόμαστε για να περιορίσουμε την εξάρτησή μας από τα ορυκτά καύσιμα. Ό,τι κάνουμε τώρα θα βοηθήσει μακροπρόθεσμα να επιβραδυνθεί η άνοδος της στάθμης. Όσο πιο αργά ανέβει η στάθμη, τόσο ευκολότερο θα είναι για τις κυβερνήσεις και τις κοινωνίες να προσαρμοστούν, ακόμα κι αν δεν μπορούν να το σταματήσουν».