Γράφει ο Ηλίας Αθ. Καραθάνος
Αυτός βρίσκεται σε περίοπτη θέση στην ιστορία, λόγω της δράσης και της στάσης του απέναντι στην σκλαβωμένη πατρίδα απ’ τους Σταυροφόρους της Δ΄ Σταυροφορίας, ενώ παράλληλα κοσμεί και το Ορθόδοξο Αγιολόγιό μας, ως κατεξοχήν Ελεήμων Άγιος. Η γενέτειρά του υπήρξε το Διδυμότειχο (1193). Οι γονείς του τον ανέθρεψαν με ιδιαίτερη χλιδή, αφού η καταγωγή τους ανάγονταν στον Οίκο των Δουκών.
Μετά το θάνατο των γονέων του, μοίρασε την πλούσια περιουσία του στους φτωχούς και μετέβη στην Νίκαια, στην αυλή του Θεόδωρου Λάσκαρη, όπου λόγω της κατοχής της Βασιλεύουσας Πόλης από τους σταυροφόρους, είχε τότε μεταφερθεί εκεί η πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Ο Αυτοκράτορας Θεόδωρος Λάσκαρης εκτίμησε τα χαρίσματά του και το 1222 του έδωσε ως σύζυγό του τη θυγατέρα του Ειρήνη, οπότε αναλαμβάνει κι επίσημα τα ηνία στην καταπατημένη και προσβεβλημένη Αυτοκρατορία. Υπήρξε ταπεινός και φιλάνθρωπος, αλλά δεινός πολεμιστής, πολιτικός, διπλωμάτης, υπερήφανος υπερασπιστής του θεσμού που υποστήριζε, δηλαδή συγκέντρωνε τα χαρακτηριστικά ενός μεγάλου ηγέτη.
Σιγά - σιγά ελευθέρωσε από τον ζυγό των Δυτικών πολλά υποδουλωμένα τμήματα της Αυτοκρατορίας, μετά από συντονισμένες και συστηματικές, λυτρωτικές προσπάθειες, πολεμώντας με απαράμιλλο σθένος στο πεδίο των μαχών. Έτσι το1261, προετοίμαζε την επανάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τον Στρατηγόπουλο και τον Μιχαήλ Παλαιολόγο. Δυστυχώς όμως ο ίδιος δεν ευτύχησε να δει το έργο του τελειωμένο, δηλαδή την Βασιλεύουσα απελευθερωμένη.
Όταν ο Πάπας κάποτε του έστειλε προσβλητική επιστολή απαιτώντας να σταματήσει τον πόλεμο εναντίον των Σταυροφόρων, του απαντά ξεκάθαρα κι «έξω απ’ τα δόντια», ειλικρινά: «Ουδέποτε παυσόμεθα μαχόμενοι και πολεμούντες τοις κατέχουσι την Κωνσταντινούπολη». Βλέπουμε δηλαδή ότι δεν κάμπτεται μπροστά σε κραταιούς της γης, αλλά δείχνει αλύγιστη παρρησία.
Παράλληλα για να εξασφαλίσει την χρηστή εξουσία του, προώθησε την εφαρμογή καινούργιων φιλολαϊκών νόμων, που προέβλεπαν γενική μείωση της φορολογίας, επιβολή βαριών προστίμων για όσους επιχειρούσαν εισαγωγή παρόμοιων προϊόντων με τα εσωτερικής προέλευσης.
Επί πλέον για περιορισμό της πολυτέλειας εκ μέρους του, αποβλέπει κι η αναφορά του ακόλουθου περιστατικού: Όταν κάποτε είδε να είναι ντυμένος ο γιος του με ωραία, πανάκριβα ενδύματα, φράγικου στυλ και ξενικής εισαγωγής. Για την έπαρση που συνόδευε αυτήν την σπάταλη εμφάνιση, τον επιτίμησε έντονα και κάνοντας χρήση και της πατρικής του εξουσίας, διέταξε την αντικατάστασή τους με άλλα απλά και συνηθισμένα «τρίχινα», πιο φθηνά, για τα οποία έλεγε «ό,τι μπορούμε να φτιάξουμε μόνοι μας».
Έδωσε μεγάλη βαρύτητα στην πρωτογενή της γεωργίας, καλλιεργώντας μάλιστα φιλόπονα μόνος του τα κτήματά του, ώστε να αποκομίζει εξολοκλήρου τον διδακτικό σκοπό της γεωργίας, η οποία ζωογονεί το χωράφι, ενώ κιόλας πρόκειται για μια αγνή απασχόληση με άμεσα αποτελέσματα δημιουργικότητας.
Μετά το θάνατο της πρώτης συζύγου του, έστεψε τη δεύτερη ως βασίλισσα, μ’ ένα απλό στέμμα από λίγα μαργαριτάρια, όσο του επέτρεπαν να δαπανήσει τα λιγοστά χρήματα που εισέπραξε πουλώντας τα αυγά από τις κότες του. Έτσι δεν επιβάρυνε το Δημόσιο Ταμείο του Κράτους, καθώς καλύπτονταν μια προαιρετική προσωπική του ανάγκη, για την οποία ήταν χαρακτηριστική η φράση: Το στέμμα ψάτον».
Αυτός ο γάμος σήμανε μια τεράστιας ολκής διπλωματική επιτυχία, καθώς παντρεύτηκε την πριγκίπισσα Κωνσταντία του Γερμανικού Οίκου Χοενστάουφεν, εξασφαλίζοντας σημαντικές συμμαχίες της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης. Προκειμένου άλλωστε να υπερασπίσει ειρηνικά το συμφέρον της Χώρας του συνασπίσθηκε με πολλά κράτη κι ακόμη συμμάχησε με τους άσπονδους εχθρούς, τους Βουλγάρους.
Κατήργησε στην πράξη, «τα τζάκια», τις προνομιούχους κοινωνικές τάξεις των αριστοκρατικών, οι οποίες μέχρι τότε είχαν τον αποκλειστικό εμπλουτισμό των δημοσίων αξιωμάτων και τροφοδοτούσαν τις θέσεις της Αυτοκρατορίας που περιποιούνταν αίγλη κι εξουσία στο πρόσωπο. Έτσι επ’ αυτού, ακόμη και θέσεις-κλειδιά καταλαμβάνουν κοινοί άνθρωποι του λαού.
Ίδρυσε Νοσοκομεία, εφάμιλλα των σημερινών πανεπιστημιακών, όπου μέσα σ’ αυτά ασκούνταν οι ιατροί σε ανάλογες ειδικότητες κι έκαναν την πρακτική τους εξάσκηση στην Ιατρική Επιστήμη. Εξάλλου, σ’ αυτά τα οικοδομικά συγκροτήματα, λειτουργούσαν ορφανοτροφεία, πτωχοκομεία, οίκοι ευγηρίας και γενικά φιλανθρωπίας.
Επιπλέον ανέπτυξε ένα δίκτυο συσσιτίων, με τα οποία στήριζε και συντηρούσε τους άπορους, που δεν «είχαν στον ήλιο μοίρα» και τότε υπήρχαν πολλοί απ’ τις κατώτερες λαϊκές τάξεις. Η δραστηριότητά του, παράλληλα με όλη την ανακούφιση που προκάλεσαν αυτά τα μέτρα του στον λαό, φρόντισε για την δημόσια παιδεία, κτίζοντας σχολεία κάθε βαθμίδας και μεγαλοπρεπείς βιβλιοθήκες, όπου διασώθηκαν αναρίθμητα συγγράμματα.
Σε αυτήν την κατεύθυνση διέθεσε αφειδώς τον δημόσιο πλούτο, γιατί ήξερε καλά ότι η παιδεία είναι ο πιο νευραλγικός αποθηκευτικός χώρος, ο οποίος έχει τη δυνατότητα να αποδίδει κάπως μακροπρόθεσμα πολλαπλάσιες ευεργεσίες και καλύτερη επένδυση, αφενός στα άτομα-πολίτες-μαθητές που εκπαιδεύονται κι αφετέρου στο Κράτος, την κοινωνία.
Βλέπουμε δηλαδή ότι πέρα από την τροφή, που είναι μια επιτακτική ανάγκη για την επιβίωση του ανθρώπου, βάζει σε περίοπτη κι ανώτερη θέση μάλιστα την Παιδεία, η οποία εξασφαλίζει το «ευ ζην». Γι’ αυτό εξάλλου η εποχή του έχει αναδείξει φωτεινά πνεύματα δασκάλων, όπως τους Θεόδωρο Εξαπτέρυγο, Μιχαήλ Σεναχαρείμ, Νικηφόρο Βλεμμύδη, Γεώργιο Ακροπολίτη, Γεώργιο Παχυμέρη.
Οι τρόποι του είναι απλοί κι η ζωή του ταπεινή, χωρίς έπαρση κι επίδειξη και διαποτισμένη από τα νάματα της Ορθοδοξίας. Παρόλο που ψυχή του ήταν αγνή κι αγιασμένη, όμως όταν πρόκειται για την Πατρίδα, δείχνει ηρωισμό, σηκώνει περήφανα το κεφάλι και την υπερασπίζεται επάξια.
Δεν πρόλαβε όμως να την δει, μαζί με την πρωτεύουσά της, Κωνσταντινούπολη, απελευθερωμένη από τους Σταυροφόρους (1261). Επτά χρόνια πιο ενωρίς απ’ τη χρονολογία της λύτρωσης από τους Δυτικούς άφησε την τελευταία πνοή και παρέδωσε στον Κύριο το Πνεύμα του.
Λίγα χρόνια μετά την αγία κοίμησή του (1254), εμφανίστηκε σε όνειρο και ζήτησε να μεταφερθεί το ιερό σκήνωμά του στην Ιερά Μονή Σωσάνδρων, την οποία είχε ιδρύσει ο ίδιος. Προκειμένου οι πιστοί να ικανοποιήσουν την μεταθανάτιο επιθυμία του επιχείρησαν να υλοποιήσουν τις εντολές του. Όταν άνοιξαν τον τάφο του, βρήκαν τη σωρό του ανέπαφη απ’ τη σήψη. Προκαλώντας απανωτή έκπληξη βρέθηκε καθισμένος στον θρόνο του. Σε στάση που συνήθιζε, με το σπαθί ακουμπισμένο στο γόνατο.. Τα ρούχα του ήταν άθικτα, χωρίς καμία κηλίδα κι ατσαλάκωτα, σαν σιδερωμένα εκείνη τη στιγμή.
Μέχρι το έτος 1922, της Μικρασιατικής Καταστροφής, ήταν σ’ εκείνη τη θέση και τον προσκυνούσε ο ευσεβής λαός. Μετά όμως από την παρέλευση αυτού του γεγονότος το άγιο και θαυματουργό λείψανό του που ήταν αναλλοίωτο, δεν ξέρουμε την τύχη του. Πολλοί ισχυρίζονται πως κρυπτοχριστιανοί, ή Κόπτες. Ή Αρμένιοι, το φυλάσσουν στην Κωνσταντινούπολη μέσα σε υπόγειο σπήλαιο.
Από την επισταμένη μελέτη της βιογραφικής κατάστασης του Αγίου, βλέπουμε κοινά σημεία με τα σημερινά δεδομένα, καθώς οι άψογες τακτικές του προσπαθούν να αποκρούσουν μια τέτοια επικαιρότητα και είναι αποτελεσματικοί οι χειρισμοί του για την ελευθερία, τη λύτρωση, την οικονομική ανάκαμψη, τη βελτίωση της δημόσιας και της κοινωνικής ζωής σε όλους τους τομείς. Γενικά, οι ενέργειές του συντείνουν στην ανύψωση του γοήτρου του Βυζαντίου.
Η ζωή του όλη ήταν σύμφωνη με το θέλημα του Θεού, προσαρμοσμένη δηλαδή σε μια ακράδαντη πίστη, υποταγή κι υπακοή προς τον Ίδιο «εξ όλης της ψυχής του και εξ όλης της διανοίας του» και προς τον πλησίον, «ως εαυτόν». Αυτή η χριστιανοπρεπής στάση του, με την άφατη αγνότητα και ταπεινοφροσύνη, τον καταξίωσε στην απονομή της αγιοσύνης του από τον δικαιοκρίτη Θεό, ο Οποίος ως επιστέγασμα αυτής της ιδιότητας του Βατάτζη και σαν πειστήριο προς τους ανθρώπους εισήγαγε την μαρτυρία της αφθαρσίας του, που ξεπήδησε μέσα απ’ τον τάφο του.
Πρέπει λοιπόν να παραδεχτούμε ότι και σήμερα στη δύνη της οικονομικής κρίσης, χρειαζόμαστε φωτισμένες κι ενάρετες προσωπικότητες και τέτοιες νομοθεσίες με ανάλογες θείες παρεμβάσεις σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας, προκειμένου να ανανήψουμε ανακάμπτοντας το γρηγορότερο, καθώς «ο χρόνος είναι χρήμα», προς ανακούφιση όλων των Ελλήνων, εξασφαλίζοντας ταυτοχρόνως την άρση της αθλιότητας και την αξιοπρεπή επιβίωση συνάμα στα κύματα προσφύγων, οικονομικών μεταναστών και λαθρομεταναστών. Το πλαίσιο αυτό που κινούνταν ο Άγιος Ιωάννης Βατάτζης, ας το μιμηθούν οι Κυβερνήτες μας, ως ασφαλείς οδηγοί μας που ευαρεστούν τον Θεό και τιμούν την Ελληνοχριστιανική Παράδοση, ώστε να σώσουμε ξανά την Ελλάδα μας. Κι εμείς ο απλός λαός ας επικαλούμαστε στις προσευχές μας τις πρεσβείες του εν λόγω Αγίου, να τις παρουσιάσει ως «ευωδία πνευματική» ενώπιον του Κυρίου.