Γράφει ο Ηλίας Αθ. Καραθάνος
Ο Άγιός μας θα έλεγε, αν τον είχαμε μπροστά μας σήμερα, πράγμα βέβαια το οποίο μπορούμε να αποκτήσουμε με βεβαιότητα, δεδομένης της διαχρονικής και διατοπικής αγιότητας, οπότε επιτυγχάνεται αυτό, αν αναγάγουμε το ζήτημα, σ’ αυτά που είπε εξ αναλογίας σε άλλες παρόμοιες περιστάσεις, ενώ ακόμη ήταν στην επίγεια ζωή.
Εξάλλου μπορούμε ν’ αναπαραστήσουμε και ν’ αναπαραχθούν οι συμβουλές του σε κάθε ενδεχόμενο. Πάντα, πνευματικά, μπροστά μας, άφοβα και θα αποτολμούσε να ξεστομίσει πάλι τα επαναστατικά λόγια του που απορρέουν, αφενός από την παρρησία κι ευθύτητά του κι αφετέρου απ’ την αμέτρητη αγάπη προς το πλήθος. Ισχύουν ασφαλώς και στη σημερινή πολύπλοκη συγκυρία, από κάθε άποψη κι οπτική γωνία κι αν ατενίζεται.
Αυτός που κατάφερε να μεταμορφώσει τόσους και τόσους ανθρώπους, με την άφθαστη χάρη του Χριστού, οι οποίοι είχαν αγριέψει από την αμάθεια, σίγουρα θα έλεγε ότι μπόρεσε να βγάλει παλληκάρια και φτασμένους ήρωες κι ακατάβλητους αγίους κι εθνομάρτυρες, οι οποίοι μετά από λίγα χρόνια, θα πότιζαν με το καυτό αίμα τους το αειθαλές δένδρο της πολυπόθητης λευτεριάς που υπεράσπισαν αποφασισμένοι για όλα, κατά τον εθνικό αγώνα για την παλιγγενεσία του Γένους μας από τον τετρακοσιοστό περίπου κι απάνθρωπο τουρκικό ζυγό.
Δίδασκε κι έμπρακτα κι όχι μόνο θεωρητικά, καθώς ακολούθησε κι ο ίδιος τον δρόμο του μαρτυρίου στον βωμό του Χριστού και της πατρίδας. Από την άλλη μεριά, παρακάτω παραθέτουμε μερικά από αυτά, που με πόνο ψυχής, ενδεικτικά για το ποιόν και το ποσόν, θα του λέγαμε, σαν σε πατέρα κι αδερφό. Δηλαδή με το θάρρος και την οικειότητα που μας παρέχει η διασύνδεση με τον Χριστό κι αντλούμε ταυτόχρονα από την πνευματική σχέση μας:
Άγιε Κοσμά. Βάσταζες τον ατέλειωτο ποδαρόδρομο, λιτά, πενιχρά κι απέριττα ντυμένος, με το μοναδικό τριμμένο ράσο που φόραγες, το μπαστουνάκι σου που στήριζε τα κουρασμένα πόδια σου, το σκαμνάκι στον ώμο σου, τον τίμιο Σταυρό και το αγιασμένο κομποσκοίνι στα σεβάσμια ροζιασμένα χέρια σου, μάθαινες τον κόσμο για την απαλλαγή από τα δεσμά της ύλης.
Όλο το σώμα σου είναι λουσμένο με την ευωδιά του λιβανιού και τον βουνίσιο αέρα, που πήρες πάνω από τον Θέρμο της Αιτωλοακαρνανίας κατά τη γέννησή σου, αλλά και διαρκώς κι ασταμάτητα ανέπνεες, καθώς όργωνες ακούραστος τα άγρια, ελατόφυτα και πανύψηλα βουνά και ράχες της πολυαγαπημένης μας πατρίδας, Ελλάδας άγονης και πετρώδους, ως επί το πλείστον.
Τα λόγια σου, μπήκαν εμβόλιμα στο αγιασμένο στόμα σου από τον Θεό, ο Οποίος καταξίωσε την αγιότητά σου. Αυτά απορρέουν αβίαστα κι αναβλύζουν αυθόρμητα από την αγαθή ψυχή σου, σε παρακαλούμε να μας μιλήσεις και πάλι, ήσυχα, ευκολοκατανόητα, πειστικά κι αποφασιστικά για τα μεγάλα και τα τίμια κι ιερά του Έθνους μας, που φαίνεται, σαν να τα απολησμονήσαμε εντρυφώντας στη «γύρη του εκσυγχρονισμού», παρόλο που πλήττονται σκαιώς, κατά το οικονομικό, εθνικό, κοινωνικό, πολιτικό, πολιτιστικό, πνευματικό κι εκκλησιαστικό σκέλος, στοιχεία που αποτελούν το βάθος κι η λεγόμενη «οικονομική κρίση, την επιφάνεια.
Χωρίς περιστροφές ή υπεκφυγές, αλλά με ευθύτητα κι ειλικρίνεια και προπαντός γενναίος κι ασυμβίβαστος, γνωρίσματα που απροκάλυπτα σε χαρακτηρίζουν, σε έναν θαυμάσιο συνδυασμό. Η γλώσσα σου που εκφράζει την αλήθεια, μακριά ακόμη κι από τα κατά συνθήκη ψέματα, τις προκαταλήψεις, τις προλήψεις, τις μεροληψίες, τις ιδεοληψίες, τους καθωσπρεπισμούς και την εκκλησιαστική μυστικότητα, αποσιώπηση, και διπλωματία.
Άγιέ μου, σε θερμοπαρακαλούμε, όπως τότε, έτσι και τώρα να μας διδάξεις με απτά παραδείγματα απ’ την καθημερινότητα, με την ιδιωματική συνήθειά σου: «Τούτο σας λέγω πάλιν και σας παραγγέλλω, καν ο ουρανός να κατέβει κάτω, καν να ανέβει απάνω η γη, καν όλος ο κόσμος να χαλάσει, καθώς μέλλει να χαλάσει σήμερον, αύριον,, να μη σας μέλλει τι έχει να κάμει ο Θεός. Το κορμί σας, ας σας το καύσουν, ας σας το τηγανίσουν, τα πράγματά σας ας σας τα πάρουν μη σας μέλει,, δώστε τα, δεν είναι εδικά σας. Ψυχή και Χριστός σας χρειάζεται. Ετούτα τα δύο (Ελλάδα και Χριστιανισμός αντάμα), όλος ο κόσμος να πέσει, δεν ημπορεί να σας τα πάρει, έξω κι αν τα δώσετε με τη θέλησή σας. Αυτά τα δύο να τα φυλάγετε να μην τύχει και τα χάσετε», όπως αναφέρεται στο βιβλίο «Κοσμά του Αιτωλού, Διδαχές» επιμέλειας Ιωάννου Μενούνου.
Άγιέ μου σε περιμένουμε να μας ευλογήσεις, γιατί σήμερα τρεφόμαστε με τηλεοπτικά σκουπίδια, μ’ αυτά ταΐζουν τον λαό μας και με τα «νάματά» τους γαλουχίζουν τη νεολαία μας. Αυτήν μάλιστα τη δηλητηριάζουμε βάναυσα, κυρίως με τα βέβηλα σχολικά βιβλία που διαστρεβλώνουν και παραποιούν την αλήθεια, που βρίθουν αφελληνικές κι αντιχριστιανικές περγαμηνές, καμουφλαρισμένες μέσα σε ύποπτες, υποκριτικές και χαφιέδικες κορώνες.
Ιδιαίτερα κυνηγούν διεθνιστικούς, συγκρητιστικούς κι οικουμενιστικούς τίτλους με μονομερείς χειρονομίες καλής θέλησης κι υποχώρησης απ’ τις απαράβατες και «κόκκινες γραμμές» στα εγχειρίδια της γλώσσας με τους βαρβαρισμούς και της ιστορίας με τις ριζικές κι ουσιαστικές αλλοιώσεις. Έλα να τα πετάξεις στον κάλαθο των αχρήστων και να συστήσεις αληθινά σχολεία, όπως τότε, όπου θα διδάσκεται αποκλειστικά Χριστός κι Ελλάδα, πατροπαράδοτα ιδανικά, που απαρτίζουν την εθνική ιδιαιτερότητά μας κι η οποία πρέπει να εμπνέει τον σεβασμό όλων..
Εσύ μπορείς να μας βγάλεις από την εικονική πραγματικότητα, στην οποία έχει βυθιστεί η νέα γενιά, με δύσκολη την επιστροφή και την ανάνηψη κυρίως γιατί πρόκειται για μια αδικημένη νεολαία μας, από πολλές πλευρές. Αντί να επικοινωνούμε προσωπικά διά ζώσης, όπως προτιμούσαν κι οι πρόγονοί μας, με πρώτο τον Σωκράτη και τον Πλάτωνα, αναπτύσσοντας έτσι τον δημοκρατικό, προφορικό διάλογο της λογικής και των επιχειρημάτων, στα οποία πρωτοστάτησε η άλλη προγονική μας φιλοσοφική, τηλαυγής δάδα του Αριστοτέλη,
Δυστυχώς, στα πλαίσια της απρόσωπης εμφάνισης και παρουσίασης, κάνουν τα λατρεμένα παιδιά μας, «μασκοφορεμένες φιλίες, μέσω διαδικτύου, που εγκυμονούν κινδύνους εξαπάτησης και παραπλάνησης. Έτσι επιβραβεύεται στην ουσία η ατολμία, η ραθυμία, η νωχελικότητα.
Έτσι υποτίθεται ότι έχουμε φίλους στην άλλη άκρη της γης, ενώ όχι σπάνια, αγνοούμε το όνομα εκείνου που μένει στην απέναντι πόρτα του διπλανού διαμερίσματος στην ίδια πολυκατοικία. Οι κοινωνικές σχέσεις δεν μπορεί να αίρουν τη φυσικότητα, ούτε να στηρίζονται σε απίθανες υποθέσεις ή προδιαγραφές που αντικατοπτρίζουν κάποια υποκειμενικότητα, ισχυρογνωμοσύνη, καπρίτσιο, ιδιοτροπία, ατομικότητα, θέληση ή αρέσκεια.
Σε αυτό το σημείο εφαρμόζονται τα λόγια σου: «Με λέγει ο Χριστός μου να ζητήσω,, θέλω με λέγει να ζητήσεις πράγματα αληθινά, να ζητήσεις ένα πράγμα,, οπού να είναι τιμιότερον, από όλον τον κόσμον και όχι να ζητήσεις σκούμπουρα, αράχνη, κουρνιακτόν. Ποίον είναι το πράγμα το αληθινόν, οπού είναι τιμιότατον από όλον τον κόσμον; Με λέγει ο Χριστός μου, να ζητήσεις τους αδελφούς σου, να δεθείτε με την αγάπην, να σας βάλω εις τον Παράδεισον, να χαίρεσθε πάντοτε». Οπωσδήποτε το τόσο ανεκτίμητο πράγμα είναι η έννοια της Πίστης που ενώνεται με την αντίστοιχη της Πατρίδας.
Κι από το ίδιο παραπάνω σύγγραμμα του Μενούνου συνεχίζεται η ομιλία για την άλλη εκδοχή: «Και μη σας βάλω εις την Κόλασιν να κάθεσθε πάντοτε». Και σε άλλο σημείο στην ίδια διδαχή: «Και τώρα με τη χάρη του Κυρίου μου Ιησού Χριστού, του εσταυρωμένου και Θεού, δεν έχω μήτε σακούλα, μήτε κασέλα, μήτε σπίτι, μήτε άλλο ράσο από αυτό οπού φορώ». Εδώ δεν πρόκειται για σεμνοτυφία, αλλά για παραδειγματισμό προς αποφυγή της υπερκαταναλωτικής μανίας.
Και συνεχίζει στον πνευματικό τομέα: «Αλλά ακόμη παρακαλώ τον Κύριόν μου μέχρι τέλους της ζωής μου να με αξιώσει να μην αποκτήσω σακούλα, διατί, ωσάν κάμω αρχήν να παίρνω άσπρα (χρήματα), ευθύς έχασα τους αδερφούς μου και δεν ημπορώ και τα δύο, ή τον Θεόν ή τον Διάβολον». Εδώ ο Άγιος, κατά κάποιον τρόπο, επαναλαμβάνει το ευαγγελικό χωρίο: «Ου δύνασθε δυσίν κυρίοις δουλεύειν…» ή το κοινό, κατά το οποίο δεν μπορεί να ορθοποδήσουμε, όταν τα δυο πόδια μας πατούν σε διαφορετικές βάρκες.
Σε παρακαλούμε Άγιε και σεβαστέ Πατέρα, να μας διδάξεις και τώρα εμάς τους σύγχρονους κι επίδοξους εκσυγχρονιστές, που έχουμε ξεστρατήσει από τα δοκιμασμένα, και παγιωμένα επί σειρά ετών συστήματα, τα οποία αντέχουν στον χρόνο, πατροπαράδοτα, ότι δηλαδή δεν είναι για την ιδιαιτερότητά μας το μοντέλο των δήθεν πολυπολιτισμικών, πολυεθνικών,, πολυθρησκευτικών κοινωνιών, τα οποία μοιάζουν με μωσαϊκό που διαβρώνει την σύμπνοια, την ομοθυμία, καθιστούν συμπαγή την εθνική αντίστασή μας, χωρίς να επιτρέπουν την υπονόμευσή μας εναντίον κάθε λογής επιβουλέα.
Αυτά τα λεγόμενα multi culti πονηρά κατεργάζεται και προωθεί σήμερα στα πλαίσια της Παγκοσμιοποίησης, παντού αλλά και στην πατρίδα μας, η ανατολή της πολυδιαφημισμένης Νέας Εποχής, μέσω της διαβόητης Νέας Τάξης Πραγμάτων. Ο Ορθόδοξος Έλληνας, δεν μπορεί να επιβιώσει άρριζος κι ανέστιος, σε μια απρόσωπη και διαλυμένη κοινωνία από την κατεδαφιστική και μεθοδευμένη συμπαιγνία της οικονομικής κρίσης, της πνευματικής κι ιδεολογικής υποβάθμισης, της αποστέωσης των Στοών, της απογύμνωσης των Λεσχών, της αποξήρανσης από τις τόσο επιτηδείως παράνομες μεταναστευτικές ορδές των Μουσουλμάνων-Τζιχαντιστών.
Η Ελλάδα δεν μπορεί να βαστάξει την υποκρισία και τον καιροσκοπισμό κανενός παράγοντα «της παγίωσης της παγκόσμιας σταθερότητας κι ειρήνης», είτε διεθνούς, είτε εγχώριου, γιατί τρέφεται από την κοινοτική γραμμή, το «εμείς» του Μακρυγιάννη, χωρίς καθόλου να επιδιώκει τον αφελληνισμό, ούτε την εξόρυξη του δίπτυχου που θέλει τον πολιτισμό της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού συνάμα, να καταυγάσει και πάλι τα πέρατα της οικουμένης.
Επιζητούμε Άγιέ μου, να μας μάθεις με τη Χάρη σου ότι ο Τριαδικός Θεός μας φύσησε με τη θεία Του πνοή «εις ζωήν ζώσαν» παραχωρώντας από την δική Του απόλυτη ελευθερία βουλήσεώς Του, σε μας σχετική ελευθερία κι υπευθυνότητα. Δεν μας έκανε ένα ευτελές και ζαλισμένο κοπάδι αγχωμένων κι ασύδοτων καταναλωτών που συνεχώς είναι για το «καθ’ ομοίωσιν».
Μας έκανε να αναπνέουμε αχόρταγα τον καθαρό αέρα της εξοχής κι όχι να φυτοζωούμε μέσα σε μαμούθ φρούρια πολυκατοικιών, με ασφυκτικά στενά διαμερίσματα που μοιάζουν με κλουβιά απάνθρωπου περιορισμού, ακόμη και μιας υποτυπώδους και στοιχειώδους κίνησης, στα πλαίσια συγκρότησης των τσιμεντουπόλεων, με την υδροκέφαλη κι άναρχη πληθυσμιακή ανάπτυξη και το θεόρατο κύμα της αστυφιλίας.
Μέσα σ’ αυτή την εξόφθαλμα και καταφανώς αφύσικη ζωή, αλλά και αποκαμωμένη από τη μοναξιά και τα βάσανα, κυρίως μάλιστα αποστασιοποιημένη από τον Χριστό και την Εκκλησία, λόγω της ατομοκεντρικότητας και της οίησης που μας διακατέχει, χάσαμε και την διακριτή και ξεχωριστή κι αδέσμευτη κι ανεξάρτητη και κυρίαρχη υπόστασή μας, αναίτιοι κι αθώοι.
Χάθηκε ολότελα η έννοια της αγάπης για τον τόπο της γενέτειρας κι όχι μόνον μια θυσιαστική της αντίληψη. Τώρα λείπει εντελώς η αίσθηση που παλαιότερα εξέφραζε ο λαός στα δημοτικά τραγούδια, με τον ατόφιο κι ανόθευτο κι αυθεντικό κι αυθόρμητο και πηγαίο λαϊκό παλμό, για «τα έρημα τα ξένα», γιατί παταγωδώς υστερούν τα έντεχνα τραγούδια με την ευρωπαϊκή και μοντέρνα μουσική, στερημένα από την πολλαπλότητα και την ποικιλία της βυζαντινής κλίμακος.
Προσπαθούν εναγωνίως, αλλά αγκομαχώντας οι εθνομηδενιστές κι οι δήθεν διεθνιστές να μας κάνουν απάτριδες, σαν τα μούτρα τους, μολονότι η Ελληνική Ιστορία είναι γεμάτη από αντίθετα παραδείγματα, που περιφρονούν την ύλη και τον όγκο της μάζας, ενώ διαφωτίζουν κιόλας όλο τον κόσμο.
Άγιέ μας, χρειάζεται να έρθεις πάλι να μας ταρακουνήσεις, να ξυπνήσουμε από την χειμέρια νάρκη και να πάρουμε σήμερα ριζικά μέτρα, μετά απ’ τον φωτισμό σου, για να σταματήσει επιτέλους, η εθνολογική αλλοίωση κι η προϊούσα ισλαμοποίηση της Ελλάδας νόφερτουσχεδιασμένης κι επιμελώς κι από χρόνια προγραμματισμένης λαθρομετανάστευσης.
Εσύ Άγιέ μας, έχυσες ποτάμια φουρτουνιασμένα και κατεβασμένα, το καυτό αίμα σου για να σταματήσεις τους τότε βίαιους εξισλαμισμούς, σε αντίθεση με το σήμερα που το Ψευτορωμέϊκο χτίζει τζαμιά και μάλιστα σε περίοπτη και κεντρική θέση, προς χάρη των απρόσκλητων λαθροεισβολέων δήθεν προσφύγων, αν και κανονικά κατά τον ελληνικό παραδειγματική τιμωρία, καθώς υπάρχουν όχι μόνον υπόνοιες, αλλά κιόλας αποχρώσες ενδείξεις.
Άγιέ μας, έλα να μας θυμίσεις τον τίμιο γάμο, την αμοιβαιότητα, υπευθυνότητα και χριστιανική αγάπη των συζύγων, που δεν θα διαλύσουν το σπιτικό τους στην πρώτη και παραμικρή δυσκολία. Να παραγνοήσουν το σημερινό μας κατάντημα, με τους μισούς ή και περισσότερους γάμους να καταλήγουν αβασάνιστα στο διαζύγιο.
Έλα άγιέ μας, για να συνεφέρεις τον σαρκολάτρη, ατομιστή και φυγόπονο άνθρωπο του σήμερα κι ιδιαίτερα τις γυναίκες που ρίχνουν στον αχόρταγο Καιάδα της αφάνειας τα ίδια τους τα παιδιά με τις εγκληματικές εκτρώσεις για να μην χαλάσει το στυλ της σιλουέτας, η γραμμή της μόδας, η διασκέδαση και γενικά η καλοπέραση.
Η χώρα μας που έχει αυξημένη ιδιαιτερότητα και πατροπαράδοτο πνευματικό κι αξιοπρέτην πρωτοπορία στις εκτρώσεις! Σήμερα οι Έλληνες σέρνουν την οργή του Θεού και δεν κάνουν παιδιά, αφού αυτά τα λίγα που θα έκαναν, τα σκοτώνουν με τις εκτρώσεις έχοντας οπωσδήποτε τη συνέργεια των γιατρών στο βωμό της ιδιοτέλειας, συμφεροντολογίας και γενικά του μαμουνά, πριν ακόμη γεννηθούν.
Κάποτε ήταν στο πολιτικό προσκήνιο της χώρας μας ήταν το σύνθημα: «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες», αποκλείονταν τουλάχιστον οι ισόποσες στρατιές παράνομων μεταναστών από περίπου εκατό χώρες της υφηλίου, χωρίς να έχουν σχέση στην συντριπτική πλειοψηφία τους με τους πρόσφυγες της Συρίας, αλλά είναι κι υποβαθμισμένης μόρφωσης, πνευματικού επιπέδου, διανοητικής στάθμης και πολιτιστικής επάρκειας, τουλάχιστον έναντι της δικής μας δυναμικής νεολαίας, γεμάτης ικμάδας που αναγκάζεται να φύγει.
Έλα Άγιέ μας, να μας ορμηνεύεις να διώξουμε την άρση αυτού του μιάσματος, της ξεδιαντροπιάς και να βάλουμε και πάλι στη ζωή μας τη σεμνότητα, τον σεβασμό, την αίσθηση του καθήκοντος και την υπομονή, σε συνάρτηση με την αξιοπρέπεια και την αυτοτέλεια και την ευλογημένη εθνική ελευθερία κι όχι να λέμε το μοιρολατρικό και ραγιάδικο: «Σφάξε με αγά μου να αγιάσω» σκύβοντας εκουσίως το κεφάλι, φιλώντας «κατουρημένες ποδιές».
Εμείς οι μεγαλύτεροι, κυρίως χαλάσαμε με την αδιάκριτη δήθεν αγάπη μας και τα ταλαίπωρα παιδιά μας. Τους διδάξαμε εμπράκτως να απαιτούν τα πάντα, «εδώ και τώρα», κι έτσι μετασχηματίσθηκαν στη «γενιά της αδιαφορίας». Αυτό το γεγονός αποτελεί περίτρανη απόδειξη και της δικής μας αμέλειας, απερισκεψίας, αστοχίας κι αποτυχίας, άθελά μας συστήνοντας στη νεολαία μια ανέμελη, απροβλημάτιστη κι ανεξέλεγκτη ζωή και στο ενήλικο στάδιο, που μοιάζει με παιδική χαρά.
Όμως η κατάσταση δεν θα διορθωθεί, όσο τους χαϊδεύουμε τα αυτιά, τάχα από ευαισθησία, στοργή, αγάπη, αλτρουισμό, ανιδιοτέλεια, ειλικρίνεια. Ας δούμε πως παιδαγωγούσαν τα παιδιά τους οι άγιες κι ηρωίδες μητέρες του παρελθόντος, όχι πολύ απώτερου, αλλά μόλις πριν από δύο γενιές, οπότε ίσχυε μια πιο σκληρή κι ανυποχώρητη γραμμή τιθάσευσης των μικρών παραβατών, οπότε έλεγαν: «Το ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο».
Παίρνοντας αφορμή, λοιπόν απ’ αυτό το τελευταίο γεγονός και την επιτυχία του, από τη μεριά μας προτείνουμε στους ιθύνοντες φορείς, μήπως η σημερινή ακραία ελαστικότητα για την διαπαιδαγώγηση και σωστή διάπλαση του χαρακτήρα των παιδιών, πρέπει να αναβλέψει και στο αρχαίο ελληνικό μοντέλο και να μετριαστεί με το «παν μέτρον άριστον» και το «μέσον» του Αριστοτέλη;
Ας θυμηθούμε τη μάνα του Αγίου νεομάρτυρα Κωνσταντίνου του Υδραίου, που όταν γύρισε στο πατρικό του σπίτι, τουρκεμένος, αλλά του έκλεισε την πόρτα και του είπε αυστηρά, λόγω ακριβώς της απέραντης αγάπης της, εγώ δεν γέννησα προδότη, γιατί ήταν πραγματική Ελληνίδα, γιατί αντλούσε την καταγωγή της από τις αρχαές Σπαρτιάτισσες και συνάμα γνήσια Ορθόδοξη Χριστιανή.
Επιπλέον, η ίδια κι απαράλλακτη γραμμή διαπαιδαγώγησης τηρήθηκε από την πλευρά των μητέρων, στην ευαίσθητη, εύπλαστη και τρυφερή παιδική ηλικία σε όλους τους αγίους, καθώς η ανατροφή των παιδιών παίζει σπουδαίο ρόλο στη σωστή και πολύπλευρη ανάπτυξη κι ενήλικη διαμόρφωση του ανθρώπου. Η πιο κατάλληλη κι ενδεδειγμένη φυσιογνωμία με ηθικοπλαστική δύναμη, είναι η μάνα με την απλότητα και την οικειότητα, που αναβλύζουν την μεταμορφωτική θέρμη και χαρίζουν ικμάδα.`
Στην περίπτωση του Αγίου Παΐσιου Γέροντα του Αγιορείτη παρατηρούμε μια απαρέγκλιτη με τα παραπάνω, παιδαγωγική πρακτική από τη μητέρα του, Ευλογία. Λοιπόν του έλεγε συχνά: «Παιδί μου, μήπως έφταιξες εσύ και δεν σε παίζουν τα παιδιά;», διδάσκοντας έτσι, με απλό, κατανοητό, απλοϊκό κι ήπιο τρόπο την δυσεύρετη ανεξικακία, με τον εντοπισμό ενός περιστατικού από την καθημερινότητα, ως κίνητρο αυτοελέγχου κι αναθεώρησης, που οδεύει στη λυτρωτική μετάνοια, μοναδικό πνευματικό όχημα του Χριστιανισμού για την κατάκτηση της αιωνιότητας.