Εξαρτάται από το είδος του βιβλίου με το οποίο θέλεις να ασχοληθείς. Διαφορετικά θα ξεκινήσεις για ένα μυθιστόρημα, διαφορετικά για ένα δοκίμιο, διαφορετικά για μία μελέτη. Όταν πρόκειται για επιμέλεια που αφορά κείμενο άλλου συγγραφέα, απαιτείται η καλή γνώση της περιόδου στην οποία αναφέρεται. Εν προκειμένω, που έχουμε να κάνουμε με την περίοδο της Μπελ Επόκ, κατέφυγα στη σχετική βιβλιογραφία και στην αρθρογραφία της συγκεκριμένης περιόδου, ώστε να υπάρξει μια επαρκής γνώση γύρω από τη λογοτεχνική κίνηση της εποχής, στην οποία αναφέρεται το βιβλίο.
Το μεγάλο ενδιαφέρον αφορούσε το κυριολεκτικά αποκαλυπτικό περιεχόμενό του, που παρέμενε εν πολλοίς άγνωστο στην εποχή μας. Από τότε που πρωτοδημοσιεύτηκε τον χειμώνα του 1927-1928 στην εφημερίδα Πολιτεία ήταν ξεχασμένο. Μαζί με τις αναφορές στους γνωστούς λογοτέχνες, δημοσιογράφους, εκδότες, ζωγράφους, γλύπτες, ηθοποιούς, μουσικούς και άλλους, το κείμενο του Δημητρίου Λαμπίκη μάς προσφέρει πλήθος πληροφοριών για τους προσπερασμένους από την έρευνα, τους ξεχασμένους από τον χρόνο, που, στην εποχή τους, παρουσίασαν ιδιαίτερη κινητικότητα στην πολιτιστική-πνευματική ζωή της Αθήνας. Συναντάμε, επίσης, πολλές αναφορές σε περιοδικά άγνωστα τώρα, που συνιστούν σπουδαίο κεφάλαιο της πολιτιστικής μας Ιστορίας.
Είναι ο γενικός τίτλος του κειμένου του Λαμπίκη κατά τη δημοσίευσή του στην εφημερίδα Πολιτεία. Πρόσθεσα ως διευκρινιστικό τον υπότιτλο «Άγνωστες σελίδες από την λογοτεχνική Αθήνα της Μπελ Επόκ». Θα επισημάνω ότι ο όρος «φιλολογικός» εδώ δε συνδέεται αυστηρά με την επιστήμη της Φιλολογίας, αλλά αφορά προφορικές κυρίως συζητήσεις που αναφέρονταν σ’ έναν νεότερο κλάδο της Φιλολογίας, τη λογοτεχνία.
Ο κατάλογος είναι μακρύς. Σχεδόν όλοι οι γνωστοί-σημαντικοί αλλά και πολλοί άγνωστοι σήμερα και εδώ έγκειται το μεγάλο ενδιαφέρον του βιβλίου, γιατί ο Λαμπίκης καταγράφει άγνωστες λεπτομέρειες πολλών άγνωστων συγγραφέων σήμερα. Μας προσφέρει-γνωστοποιεί τη δραστηριότητα πολλών που είχαν ιδιαίτερη κινητικότητα στην εποχή τους και σήμερα έχουν ξεχαστεί, έχουν προσπεραστεί από την έρευνα. Για τους περισσότερους παραθέτω στο επίμετρο βιογραφικές πληροφορίες. Όσον αφορά τους άγνωστους, γίνεται για πρώτη φορά προσπάθεια συγγραφής βιογραφικού τους.
Οι χώροι, είτε ιδιωτικοί (σάλες σπιτιών) είτε δημόσιοι (καφενεία, βιβλιοπωλεία και γραφεία εφημερίδων ή περιοδικών αποτελούσαν σημείο συνάντησης για λογοτέχνες, ηθοποιούς, δημοσιογράφους, ζωγράφους και μουσικούς. Στο κείμενο του Λαμπίκη πρωταγωνιστεί το καφενείο «Νέον Κέντρον», που για μεγάλο διάστημα υπήρξε αποκλειστικό στέκι λογοτεχνών, το οποίο ανέδειξαν σε πνευματικό κέντρο οι Νεοκεντρίτες θαμώνες του, μεταξύ αυτών και ο ποιητής Στέφανος Μαρτζώκης και ο κύκλος του. Στο «Νέον Κέντρον» αρχικά και αργότερα στα λογοτεχνικά καφενεία «Βύρων» και «Μαύρος Γάτος» αλλά και σε άλλα συγκεντρώνονταν η πνευματική κίνηση της εποχής, ένα μωσαϊκό από τύπους, μορφές και χαρακτήρες. Εκτός από στέκια λογίων, λογοτεχνών και καλλιτεχνών, υπήρξαν τόποι διεξαγωγής φιλολογικών συζητήσεων, ενίοτε και διαλέξεων, μυστικών πολιτικών συναντήσεων και συσκέψεων, έκδοσης και προώθησης περιοδικών. Θα μπορούσαμε να τα χαρακτηρίσουμε και πνευματικά κέντρα. Εκεί γίνονταν και οι συναντήσεις συγγραφέων με δημοσιογράφους και εκδότες, εφόσον οι περισσότεροι σύχναζαν στις ίδιες παρέες. Άλλωστε οι περισσότεροι των συγγραφέων δημοσιογραφούσαν ή αρθρογραφούσαν στις εφημερίδες. Οι επαφές ήταν πολύ πιο εύκολες από ό,τι σήμερα.
Κάθε εποχή έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες, αλλά και τότε, όπως και σήμερα, οι γνωστοί και ευπώλητοι συγγραφείς εξέδιδαν πιο εύκολα τα βιβλία τους, συνήθως χωρίς να πληρώνουν τα έξοδα εκτύπωσης στους εκδότες. Αλλά και πάρα πολλοί, κυρίως πρωτοεμφανιζόμενοι, πλήρωναν για να εκδώσουν τα βιβλία τους. Όσο και αν φαίνεται περίεργο, τότε ήταν πιο εύκολη η έκδοση βιβλίων. Υπήρχε μεγάλο αναγνωστικό κοινό. Ο κόσμος εκείνην την εποχή διάβαζε περισσότερο, τα πάντα, με την ποίηση και το μυθιστόρημα (κυρίως μεταφρασμένο) να κυριαρχούν στις προτιμήσεις.
Σχεδόν τα περισσότερα, μάλλον όλα τα έντυπα της εποχής, και δεν ήταν λίγα, φιλοξενούσαν κείμενα των συγγραφέων. Όπως ανάφερα προηγουμένως, οι περισσότεροι συγγραφείς της εποχής συνεργάζονταν με τις εφημερίδες. Θα αναφέρω ενδεικτικά την εφημερίδα Αθήναι που κυκλοφόρησε το 1902 με εκδότη τον Γεώργιο Κ. Πωπ, που, λόγω της ποιότητας των συνεργατών και της καλλιτεχνικής εκτύπωσης, έτυχε αμέσως της ευνοϊκής υποδοχής από το αναγνωστικό κοινό. Από τα περιοδικά, οπωσδήποτε πρέπει να αναφερθεί ο Νουμάς, που κυκλοφόρησε το 1903, έπαιξε σημαντικό ρόλο για την επικράτηση της δημοτικής γλώσσας, και κατέχει σημαντική θέση στη φιλολογική και πνευματική ζωή κατά τις δύο πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Θα αναφέρω, επίσης, τα περιοδικά Παναθήναια και την Πινακοθήκη, που κυκλοφόρησαν την ίδια περίοδο και συνέβαλαν επίσης σημαντικά στη διαμόρφωση της λογοτεχνικής και καλλιτεχνικής ζωής.
Ο Δημήτριος Λαμπίκης (1889-1956) υπήρξε δημοσιογράφος, χρονογράφος, ιστοριοδίφης, μεταφραστής και ανθολόγος. Εργάστηκε σε πολλές εφημερίδες ως μόνιμος συντάκτης, ως τακτικός ή έκτακτος συνεργάτης και ως απεσταλμένος ανταποκριτής. Συνεργάστηκε, επίσης, με περιοδικά, ενώ διετέλεσε διευθυντής του λογοτεχνικού περιοδικού ποικίλης ύλης Επιφυλλίς της Φιλολογικής Κυψέλης (1917) και του περιοδικού ποικίλης ύλης Ο Εικονογραφημένος Παρνασσός (1911-1914). Δημοσίευσε χρονογραφήματα, μυθιστορήματα, ιστορικά και λαογραφικά μελετήματα, χιουμοριστικές καμπάνιες, αθηναϊκές έρευνες και ταξιδιωτικές εντυπώσεις. Το έργο του είναι πολυμερές. Κατά την πενηντάχρονη παρουσία του στα ελληνικά γράμματα ασχολήθηκε με το διήγημα, το χρονογράφημα-ευθυμογράφημα, τις κριτικές-ιστορικές μελέτες, τις ηθογραφικές-τουριστικές περιγραφές, τις μεταφράσεις αρχαίων συγγραφέων, τα λαογραφικά δοκίμια, προσφέροντας σελίδες που χαρακτηρίζονται από βαθιά παρατηρητικότητα και ευαισθησία.