Ο Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής, πεζογράφος και μεταφραστής, γεννήθηκε το 1940 και είδε το πρώτο του βιβλίο να κυκλοφορεί το 1962. Ωστόσο, το 1995 αποκήρυξε ένα μεγάλο μέρος του συγγραφικού του έργου και ξανάγραψε τα μυθιστορήματα Σχόλια σχετικά με την περίπτωση, Στα ίχνη της παράστασης, Προς Οφρύνιο, Το άγαλμα, Το μήνυμα και Η πρόσοψη. Επίσης, έχει γράψει τα δοκίμια Φεβρουάριος αιών, Παραμύθι της λογοτεχνίας και Μνήμη και μνήμη. Έργα του έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, στα ολλανδικά και στα σλοβενικά. Έχει βραβευτεί με το Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας (1981), είναι Ιππότης της Τάξης Τεχνών και Γραμμάτων της Γαλλίας και μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων. Το βιβλίο του Η πρόσοψη (Εκδόσεις Κέδρος) μας έδωσε την ευκαιρία να συνομιλήσουμε μαζί του.
Το πρώτο βιβλίο που έπιασα στα χέρια μου ήταν κάποια εικονογραφημένη διασκευή για παιδιά της ιστορίας του «θείου Σκρουτζ». Θυμάμαι πόσο τρόμαξα και έχασα τον ύπνο μου, βλέποντας φαντάσματα με ημίψηλο και ρεδινγκότα να ταξιδεύουν στον ουρανό πηγαίνοντας να τιμωρήσουν τον τσιγκούνη Σκρουτζ.
Θαυμάζω τους συγγραφείς που μετέφρασα: Μονταίνι, Ραμπελαί, Μπαλτάσαρ Γκρασιάν, Φερνάντο Πεσσόα, Χουάν Ρούλφο. Υποκλίνομαι στους Κάλβο, Παπαδιαμάντη, Βιζυηνό, Μητσάκη, Καβάφη, στη Γυναίκα της Ζάκυθος του Σολωμού. Είχα και έχω «φιλίες» κατά περιόδους με συγγραφείς όπως ο Μάρκες, ο Γιόζεφ Ροτ, ο Ίβο Άντριτς, ο Περουβιανός ποιητής Σέσαρ Βαγιέχο. Σε αυτούς να προσθέσω σπουδαίους φιλόσοφους και στοχαστές, όπως ο Καρλ Σμιτ, ο Τζόρτζιο Αγκάμπεν. Και τέλος, λογιών ελάσσονες, ανώνυμοι, ξεχασμένοι, που διασχίζουν τον ιστορικό χρόνο με μαρτυρίες, εξομολογήσεις, απομνημονεύματα. Λογαριάζω πως αυτό το μάλλον άτακτο πλήθος με επηρέασε και με επηρεάζει. Νιώθω «εκλεκτική συγγένεια» με τον Κάφκα – στέλεχος ασφαλιστικής εταιρείας, τεχνοκράτης, ψυχρός εν βρασμώ. Ίσως επειδή υπήρξα στέλεχος δύο πολυεθνικών εταιρειών επί δύο δεκαετίες.
Από τότε που έγραφα καλές εκθέσεις στο σχολείο και πότε πότε ο δάσκαλος με σήκωνε να τις διαβάσω στους συμμαθητές μου.
Η βασανιστική περιέργεια για το παραμικρό, ο ξαφνικός θαυμασμός, το διαρκές δέος του βίου, η βεβαιότητα ότι αυτό που έγραψα χρειάζεται βελτιώσεις και πρέπει να γραφτεί από την αρχή: «έργο εν προόδω» έλεγα, «επιτυχής αποτυχία» λέω.
Ελπίζω πως αυτή είναι η «τελική εκδοχή» της Πρόσοψης (υπήρξαν δύο προηγούμενες μορφές) και πως θα απαλλαγώ από τους «ήρωες» που έμειναν κοντά μου επί πολλά χρόνια. Συνέβη να έχω στη διάθεσή μου αρχειακό υλικό για απίστευτες σήμερα καταστάσεις, όπως αποικισμοί στην Αφρική, επαναστάσεις στη Ρωσία και αντιστάσεις στην Ελλάδα, κοινωνικές αλλαγές και παρασπονδίες. Η επαγγελματική μου δραστηριότητα (μετά τις πολυεθνικές) ως διεθνής εμπειρογνώμονας πολιτιστικής κληρονομιάς με έφερε σε χώρες όπως η Γεωργία, η Τουρκία, η Αιθιοπία, η Τυνησία και, μοιραίως σχεδόν, στο Σαράγιεβο, ενώ είχα ήδη γράψει για τη δολοφονία του Φραγκίσκου-Φερδινάνδου και συνέβαινε να περνάω από εκεί ακριβώς όπου είχε βρει τον θάνατο. Αν στις χώρες που ανέφερα προσθέσουμε και άλλες 30 όπου εργάστηκα, έχω τη γνώμη πως αυτές οι εμπειρίες έγραψαν το βιβλίο, εγώ έπαιξα τον ρόλο του «αντιγραφέα». Ο εκλεκτός ποιητής και άριστος διορθωτής Άγης Μπράτσος, που φρόντισε με πολλή προσοχή το κείμενό μου, είχε την καλοσύνη να μετρήσει ότι 85 «ήρωες» εμφανίζονται στις σελίδες της Πρόσοψης: αθώοι και τύραννοι, λευκοί, εβραίοι, μαύροι, ορθόδοξοι, άθεοι, αυθύπαρκτοι ή κατευθυνόμενοι.
Αυτή η ερώτηση μου επιτρέπει να αναφερθώ στα δοκίμια που έχω γράψει για καίρια, κατά τη γνώμη μου, θέματα των τελευταίων δεκαετιών, δηλαδή για την ανάπτυξη και εξέλιξη της τρομοκρατίας κατά τον 20ό αιώνα (Φεβρουάριος αιών), τη σχέση της ιστορικής μνήμης με τη μνήμη των υπολογιστών (Μνήμη και μνήμη), το ένδοξο παρελθόν και το ανύπαρκτο μέλλον της λογοτεχνίας (Παραμύθι της λογοτεχνίας), την παρούσα κατάσταση του πολιτισμού (Λόγος ερειπίων), τη χαώδη πορεία του σημερινού κόσμου της λεγόμενης Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης, της Τεχνητής Νοημοσύνης, του Ίντερνετ των Πραγμάτων, των Δεδομένων (Εκτός πλαισίου). Δεν είμαι βέβαιος ότι ο κόσμος πήγε μπροστά όπως εξελίχθηκε στη Δύση. Τα λάθη συσσωρεύτηκαν, οι εκκοσμικευμένες αυταπάτες δολοφόνησαν, οι λογιών «διαφωτισμοί» εξόκειλαν. Ο σύγχρονος κόσμος είναι κουρασμένος, δημιουργεί πολυπλοκότητες που τον καθιστούν εύθραυστο, υπό κατάρρευση. Η αξιολόγηση του παρελθόντος με κριτήριο την «πρόοδο» κάνει το λάθος να μην αναγνωρίζει ότι τα περασμένα δεν έχουν καμία σχέση με τα παρόντα. Ισχύει ότι το ένα είναι πάντα άλλο από το άλλο, μέχρι θανάτου!
Η «παράνομη αγάπη» έχει, σπανίως αλλά ευτυχώς, τον χαρακτήρα της μαθητείας και διαμορφώνει αρχές, οι οποίες τιμούν τη ζωή.
Μελέτησα προσεκτικά τη θέση των Εβραίων στην Πολωνία, Αυστρία, Ουγγαρία, Ουκρανία, Ρωσία, το πρώτο καθοριστικό προγκρόμ στο Κισινάου της Μολδαβίας το 1901. Η ρωσική πολιτική απέκλειε τους Εβραίους από τα πανεπιστήμια, υπήρχαν όμως εξαιρέσεις χάρη σε λεπτούς χειρισμούς.
Η σύγχρονη ιστορική έρευνα, με κορυφαίους εκπροσώπους στη Μεγάλη Βρετανία και στις ΗΠΑ, στη Γερμανία προσφάτως, στην Ελλάδα επίσης (με περιθωριακή παιδευτική απήχηση παρ’ ημίν), έχει λάβει διεπιστημονικό χαρακτήρα, όπου τα γεγονότα συνδέονται με την οικονομία, την κοινωνία, τις επιστήμες, τις αλληλοεπιδράσεις, τις ψυχολογικές και πολιτιστικές εκφράσεις, τις γεωπολιτικές εξελίξεις, τις μετακινήσεις πληθυσμών, τους εν καιρώ ειρήνης εκκαθαριστικούς και μακροχρόνιους πολέμους δι’ αντιπροσώπων, τις μεγα-τάσεις του πολιτικού ανταγωνισμού εντός της κατακερματισμένης παγκοσμιοποίησης. Πρόκειται για ιστορική συνέχεια που εμφανίζεται στα τέλη του 19ου αιώνα, λαβαίνει διαστάσεις μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση και τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, διογκώνεται με τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, επικρέμεται κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, καταστρέφει τις συλλογικές ενότητες και αφήνει τον άνθρωπο μόνο, καλαμιά στον κάμπο. Και καθώς η Ιστορία δεν γυρίζει πίσω, δεν αναμένουμε ηγέτες, καλούς ή κακούς, δολοφόνους ή ευεργέτες, αλλά ανδρείκελα, σκιές στιγμιαία φωτιζόμενες, χαλκομανίες, «ξεπατικωτούρες», όπως λέγαμε στο σχολείο. Η διάσωση αρχείων και η πρόσβαση σε αυτά έχει καταστήσει την Ιστορία ψύχραιμη. Και η επιβολή της εικόνας δεν κρύβει, παρά τις προσπάθειες, την ποταπότητα και δυσμορφία των ηγετίσκων.
Είναι η έκπληξη που ένιωσα, όταν με μια χάρτινη βαλίτσα και με μία γραφομηχανή στο χέρι εγκατέλειψα την Ελλάδα της δικτατορίας. Βρέθηκα στην Ελβετία και, από εκεί, στο Παρίσι και στην Ισπανία – ήμουν μια περίπτωση προσπάθειας επιβίωσης, κάτι διόλου κατανοητό για τις κοινωνίες εκείνων των χωρών, αντιληπτό κάπως στην Ισπανία.
Θα επαναλάβω την τρέχουσα ανοησία: Τα πρόσωπα ψάχνουν τον συγγραφέα τους. Και θα επαναλάβω την υποψία μου: Δεν είμαι σε θέση να εξηγήσω τι γράφω, ούτε γιατί με απασχολεί ένα πρόσωπο, ένας «ήρωας». Σέβομαι όσους εξηγούν τι γράφουν και γιατί, δεν έχω τέτοια ευχέρεια.
Η κοινωνική και πολιτιστική κρίση (το οικονομικό σκέλος δεν είναι το πρωτεύον) έφερε και φέρνει στο φως μια λογοτεχνία του άμεσου παρόντος, μιαν επιθετική νεωτερικότητα, μιαν αναψηλάφηση νοσταλγίας και αναζήτησης του χαμένου χρόνου. Διακρίνω την «αμερικανοποίηση» της γραφής διά της υπογράμμισης μιας βίας, μιας «απελευθέρωσης», μιας «εναλλακτικής» αφήγησης, που μεταθέτει το «έργο» στην «πολιτιστική βιομηχανία», στους «εμπόρους της κουλτούρας» (η σχετική βιβλιογραφία είναι πλούσια και υπάρχουν εξαιρετικές μεταφράσεις διαθέσιμες στη γλώσσα μας), ώστε να καταναλωθεί, να χρησιμοποιηθεί όπως μια πλάκα σαπούνι, που λιώνει γρήγορα και πετιέται. Το φαινόμενο του διαρκώς «νέου», της ευκολίας του «κλικ», οδηγεί στην προφορικότητα και στην απαλλαγή από το βάρος της εγγραμματοσύνης, της καλλιέργειας, από τον κόπο της σκέψης. Δεν είμαι σε θέση να απαντήσω αν ο μέσος αναγνώστης συνεχίζει να διαβάζει. Δεν ξέρω ποιος είναι μέσος αναγνώστης, δεν ξέρω τι διαβάζει, οι κατάλογοι των ευπώλητων είναι ένα δείγμα προτιμήσεων, τα στοιχεία της διεθνούς βιβλιογραφίας περί αναγνωσιμότητας υπογραμμίζουν έναν αναγνωστικό καταναλωτισμό που νομίζω ότι ισχύει και στην Ελλάδα. Σε κάθε περίπτωση, δεν γίνεται να έχουμε απαιτήσεις φιλαναγνωσίας στον ρευστό κόσμο μας.
Υπάρχουν σε κάπως τελική μορφή αρκετά σύντομα και εκτενή κείμενα. Κατά το συνήθειό μου, υπολογίζω να τα ξαναγράψω με την ελπίδα ότι θα τα βελτιώσω. Δείγματα κυκλοφορούν σε λογοτεχνικά περιοδικά έντυπα και ηλεκτρονικά. Γράφω κατά σύστημα για βιβλία ξένων συγγραφέων, για ιστορικές και φιλοσοφικές πραγματείες σε μια εφημερίδα. Ο κόπος να γράψω είναι ευκαιρία να εμβαθύνω σε ό,τι προκάλεσε το ενδιαφέρον μου. Έχω επαγγελματικές ασχολίες, είμαι καλός φοιτητής στα διαδικτυακά εξαιρετικής ποιότητας μαθήματα Mathesis του Πανεπιστημίου Κρήτης, ώστε να είμαι σε επαφή με νεότερες έρευνες και μελέτες Ιστορίας και Φιλοσοφίας.
Η ζωή μού έμαθε να μην ονειρεύομαι. Της είμαι ευγνώμων επειδή με δίδαξε να θαυμάζω το μεγαλείο της, τη θηλυκότητά της, τις εξαίσιες καμπύλες της, τους ερωτικούς ψιθύρους της, το αναπάντεχο της ορμής της.
Ο συγγραφέας δεν έχει κοινωνικό ούτε πολιτιστικό αντίκρισμα στις μέρες μας, τη θέση του έχουν καταλάβει «αστέρες», «διαμορφωτές γνώμης». Αναμένει ότι οι αναγνώστες θα απευθυνθούν σε αυτόν. Τότε θα υπάρχει λόγος να απευθυνθεί σε αυτούς.